Viktor Maria
Καλά χριστούγεννα...
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΗΜΕΡΑΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ
Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΓ ΚΥΡΙΟΥ
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΕΩΣ ΤΟΤΕ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗΝ
ΚΑΤΕΣΤΗ ΓΝΩΣΤΗ ΠΡΟ ΟΛΙΓΩΝ ΕΤΩΝ ΓΠΟ ΠΙΣΤΩΝ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΗΛΘΑΝ ΕΚ ΤΗΣ ΟΓΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΗΓΓΕΙΛΑΝ.
1. Α Τα γεγονότα εκείνα, πού άπετέλουν κατά το πα- ρελθόν άντικείμενον αγωνιώοους στοχασμού διά τους πα- τριάρχας, και οι προφήται προεφήτευαν, και οί ευσεβείς, έ- πεθύμουν να τα γνωρίσουν, σήμερον έπαληθεύθησαν και έ- πραγματοποιήθησαν, «και θεός έπϊ γης ώφθη διά σαρκός, και τοις άνθρώποις συνανεοτράφη» (Βαρούχ 3, 38). Ας χαι- ρώμεθα, λοιπόν, και ας πανηγυρίζωμεν μέ άγαλλίασιν αγα- πητοί μου. Διότι αν ό Ιωάννης άνεσκίρτησεν εις την κοιλίαν της μητρός του, όταν ή Μαρία έπεσκέφθη την Έλισάοετ, πολύ περισσότερον ήμεϊς, πού είδομεν όχι απλώς τήν Μα- ρίαν, άλλα τον ίδιον τον Σωτήρα μας να γεννάται σήμερον, πρέπει νά σκεφτώμεθα και νά πανηγυρίζωμεν, να θαυμάζω- μεν και νά έκπληττώμεθα διά την ασύλληπτον μεγαλωσύνην του υπέρ της σωτηρίας μας θείου σχεδίου. Β Σκέψου, λοι- πόν, πόσον μεγαλειώδες είναι νά βλέπης νά καταβαίνη ό ήλιος έκ τοϋ ουρανού, νά βαδίζη επί της γης και έξ αυτής νά απόστέλη τάς ακτίνας του είς πάντα τά δημιουργήματα. Άλλ' εάν θα έπροκάλει έκπληξιν είς όλους εκείνους πού θα έβλεπαν νά συμβαίνη τουτο ε!ς τον φυσικόν ήλιον, σκέψου και άναλογίσου τώρα πόσον μεγαλειώοες είναι νά βλέπω- μεν τον ήλιον της δικαιοσύνης νά απόστέλλη έκ τοϋ ανθρω- πίνου σώματος του τάς ακτίνας και νά φωτίζη τάς ψυχάς μας.
Και εγώ ό ίδιος έπεθύμουν προ πολλοΰ νά πληροφορη- θώ περί της ημέρας ταύτης. Και όχι απλώς νά πληροφορηθώ μόνος άλλα μεθ' ενός πλήθους τόσον μεγάλου. 355 Θα Εύχό- μουν, λοιπόν, διάρκώς νά είναι πλήρης ό χώρος της συγκεντρώσεως μας, όπως ακριβώς βλέπωμεν νά είναι τήν στιγμήν αυτήν. Τουτο έπαληθεύθη σήμερον και έπραγματοποιήθη. Ένω δε δεν παρήλθαν δεκα ετη από της εποχής πού έπληροφορήθημεν και γνωρίσαμεν την ήμέραν αυτήν, έντούτοις διά τοϋ ζήλου σας έλαμπρύνθη τόσον ωσάν νά μας παρεδόθη από πολύ παλαιά και προ πολλών ετών. Διά τουτο δεν είναι σφάλμα εάν όνομασθή συγχρόνως νέα και παλαιά.Νέα μεν διότι προ ολίγου τήν έγνωρίσαμεν, παλαιά δε και αρχαία διότι ταχέως κατέστη συνομήλικος παλαιοτέρων και έφθασεν εις την ιδίαν ήλικίαν μέ αύτάς. Καθώς τά χυμώδη και ευγενή, φυτά αναπτύσσονται και καρποφοροΰν είς ολίγον χρόνον άφ' ής στιγμής φυτευθοϋν, έτσι και ή ημέρα αύτη, πού ήτο προ πολλού γνωστή είς τους λαούς της Δύσεως και μετεφέρθη είς ημάς εσχάτως και όχι προ πολλών ετών, τόσον ταχέως διεδόθη και έκαρποφόρησεν, όσον διάπιστούται σήμερον, πού ύπερεπληρώθη ό αυλόγυρος και ή Εκκλησία είναι ασφυκτικά γεμάτη από το πλήθος των συγκεντρωθέντων. Την άνταξίαν, λοιπόν, προς το ενδιάφέρον σας άμοιβήν αναμείνατε από τον Χριστόν, ό οποίος σήμερον έγεννήθη σαρκικώς. Εκείνος θα σας άμείψη οπωσδήποτε διά τήν προθυμίαν σας αυτήν. Διότι ή αγάπη και το ενδιάφέρον προς τήν ήμέραν αυτήν είναι μεγίστη άπόδειξις αγάπης διά τον γεννηθέντα. Αν πρέπει όμως και ημείς οι δούλοι του αυ- τού Κυρίου κάτι να σας προσφέρωμεν, θα το πράξωμεν ευχαρί στως, ή μάλλον θα προσφέρωμεν τό κατά δύναμιν, δηλαδή όσα επιτρέπει ή χάρις του θεού, διά τήν ίδικήν σας ώφέλειαν.
Τί λοιπόν, επιθυμείτε νά άκούσητε σήμερον; Άλλα βε- βαίως τί άλλο παρά περί της ημέρας αυτής πσύ έορτάζομεν; Διότι γνωρίζω καλώς, ότι και σήμερον ακόμη πολλοί αντι- δικούν μεταξύ των, οί μεν με το νά κατηγορούν, οι δε μέ τό νά απολογούνται. "Αλλωστε παντού γίνονται πολλοί συζη- τήσεις περί αυτής και ώρισμένοι την κατηγορούν ότι είναι νέα και πρόσφατος και έχει θέσπισθή εσχάτως, ενώ άλλοι τήν υπερασπίζονται, ότι είναι παλαιά και αρχαιότατη, άφοΰ ήδη οί προφηται προεφήτευσαν τήν γέννησιν του Χριστού και από πολλών ετών ήτο γνωστή και σπουοαία είς τους λα- ούς πού κατώκουν από της Θράκης μέχρι των Γαδείρων της Ισπανίας.
Εμπρός, λοιπόν, ας όμιλήσωμεν οι' αυτά. Διότι, εάν, ένω ύπάρχη άμφισβήτησις περί αυτής, απόλαύη τόσον υψηλής τιμής έκ μέρους σας, είναι προφανές ότι αν καταστή γνω- στότερα θα είναι πολύ μεγαλύτερον τό ενδιάφέρον δι' αυτήν, διότι ή απόσαφήνισις, πού θα γίνη διά του κηρύγματος θα αύξηση τον σεβασμόν σας οι' αύτήν. "Εχω λοιπόν τρεις απο- δείξεις νά προβάλω, διά τών οποίων θα κατανοήσωμεν σα- φέστατα, Ε ότι αυτή είναι ή εποχή κατά την οποίαν έγεννή- θη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ό θεός Λόγος. Δι' αύτάς τας τρεις υπάρχει μία άπόδειξις, ότι ή εορτή κατέστη γνωστή ταχύτατα και έφθασεν παντού και είς τόσον ύφος μεγαλο- πρέπειας και αίγλης. Εκείνο δε πού ύπεστήριζε ό Γαμαλιήλ σχετικώς με τό χριστιανικόν κήρυγμα, ότι «εάν ή έξ ανθρώ- πων ή βουλή αύτη... καταλυθήσεται· εϊ δε έκ θεού έσπν, ού δυνήσεσθε καταλΰσαι αυτούς —μήποτε και θεομάχοι εύρε- θήτε» (Προξ. 5, 38-39), τούτο 356 Α θα έλεγα κι' εγώ διά τήν ήμέραν αυτήν ότι, επειδή δηλαδή ό θεός Λόγος έκ του θεού προέρχεται, διά τούτο όχι μόνον δεν έξηφανίσθη ή εορτή αυτή, αλλά και καθίσταται μεγαλοπρεπεστέρα από έ-
17
τους είς έτος. Δι' αυτό και ή χριστιανική διδασκαλία έξη- πλώθη εντός ολίγων ετών είς όλην τήν οίκουμένην άν και αυτοί πού τήν μετέδωσαν παντού ήσαν σκηνοποιοί, αλιείς, α- γράμματοι και απλοϊκοί άνθρωποι. 'Αλλ' ή άπλότης εκείνων πού τήν υπηρέτησαν, ούδεμίαν επέφερε ζημίαν, διότι ή δύ- ναμις τού περιεχομένου της ήτο ισχυρότερα πάντων, και α- νέτρεπε όλα τά εμπόδιά, επιδεικνύουσα τήν δύναμιν της.
2. Έάν όμως καπόιος έξ αυτών πού ερίζουν Δεν παρα- δεχεται τά λεχθέντα, δύναμαι νά προβάλω και δεύτερον ά- πόδειξιν. Ποία είναι αυτή; Β Είναι εκείνη πού προκύπτει έξ όσων άναγινώσκομεν είς τά ευαγγέλια σχετικώς μέ τήν απόγραφήν. Λέγει, λοιπόν, ό ευαγγελιστής· «Έγένετο γαρ εν ταϊς ήμέραις έκείναις, εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυ- γούστου, απόγράφεσθαι πάσαν τήν οίκουμένην. Αύτη· ή απο- γραφή πρώτη έγένετο ηγεμονεύοντος τής Συρίας Κυρηνί- ου. Και έπορεύοντο πάντες απόγράφεσθαι, έκαστος είς τήν ιδίαν πόλιν. Άνέβη δε και Ιωσήφ από τής Γαλιλαίος, έκ πόλεως Ναζαρέθ, <είς τήν Ίουοαίαν,- > είς πόλιν Δαυϊδ, ή- τις καλείται Βηθλεέμ, διά τό είναι αυτόν έξ οίκου και πά- τριας Δαυίδ, απόγράφεσθαι σύν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αύτώ γυναικϊ ούση έγκύω. Έγένετο δε έν τω είναι αυτούς εκεί, έπλήσθησαν αί ήμεραι του τεκείν αυτήν και έτεκεν τον υίόν αυτής τον πρωτότοκον, και έσπαργάνωσεν αυτόν, και άνέκλινεν αυτόν έν τη φάτνη, διότι ουκ ήν αύτοίς τόπος έν τω καταλύματι» (Λουκ. 2, 1-7).'Έκ τούτων είναι φανερόν. ότι έγεννήθη κατά τήν πρώτήν απόγραφήν. Και δύναται, ό- ποιος επιθυμεί νά έρευνήση τους αρχαίους δημοσίους κώδι- κας της Ρώμης και νά πληροφορηθεί Β ακριβώς τον χρόνον τής απογραφής, θα έλεγεν όμως καπόιος· δεν μας ενδιάφέρει έφ' όσον είμεθα μακράν της Ρώμης και ουδεποτε τήν έπεσκέ- φθημεν; "Ακουε όμως και μή άμφισβητείς, διότι έχομεν πα- ραλάβει τήν ήμέραν έξ εκείνων, πού γνωρίζουν ταΰτα επα- κριβώς και διάμένουν είς τήν πόλιν έκείνην. Διότι οί κά- τοικοι της τήν εορτάζουν από πολλών ετών έκ παραδόσεως κι' οι ίδιοι τώρα μας τήν έγνώρισαν. Ούτε άλλωστε ό ευαγ- γελιστής μας ανέφερε ασκόπως τήν έποχήν έκείνην, άλλα σκοπίμως μας τήν έφανέρωσε διά νά καταδείξη τό σχέδιον της θείας οικονομίας. Ούτε και ό Αύγουστος άφ' εαυτού του και μέ προσωπικήν πρωτοβουλίαν έξέδωκε τότε τό διάταγμα, άλλ' ό θεός ύπεκίνησε τον νουν του διά νά τον κάμη νά υπηρέτηση ακόμη και παρά τήν θέλησίν του τήν γέννησιν του Μονογενούς. Και διάτι τούτο, λέγει, συντελεί είς τήν ένσάρκωσιν; Δεν είναι μικρόν, ούτε τυχαίον, αγαπητέ, άλλ' αντιθέτως είναι πάρα πολύ μεγάλο και 'ένα από τά αναγκαία
και τά ζητούμενα με επιμέλειαν. Ποίον λοιπόν είναι αυτό; Ή Γαλιλαία είναι περιοχή της Παλαιστίνης και ή Ναζαρέτ πόλις της Γαλιλαίος. Κι 357 ή Ιουδαία επίσης είναι μία περιοχή, πού ονομάζεται έτσι ύπό των εντοπίων της, και ή Βηθλεέμ πόλις της Ιουδαίας, "Ολοι οί προφήται προεφή- τευαν ότι δεν θα έλθη ό Χρίστος άπό τήν Ναζαρέτ, άλλ' άπό τήν Βηθλεέμ, είς την οποίαν και θα γεννηθή. Ιδού, λοιπόν, τί λέγουν αί γραφαί· «Και σύ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη εϊ έν τοις ήγεμόσιν Ιούδα1 εκ σοϋ γάρ έξελεύσεται ηγούμενος, οστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Ματθ. 2, 6' Μιχ, 5, 2). Και οί Ιουδαίοι πού ήρωτήθησαν τότε ύπο του Ήρώδου, πού έγεννήθη ό Χριστός, ανέφεραν είς αυτόν αυτήν τήν μαρτυρίαν. Διά τούτο και όταν ό Φίλιππος εΐπεν· «Ίησοϋν τόν άπό Ναζαρέθ εύρήκαμεν» και τον ήρώτησεν ό Ναθαναήλ* «Έκ Ναζαρέθ δύναται τι αγαθόν είναι;» ό Χρι- στός είπε δι' αυτόν «"Ιδε αληθώς Ισραηλίτης έν ώ δόλος ουκ εστί» (Ίω. 1, 46-48). Άλλα θα διερωτάτο κανείς, διάτί τον έπήνεσεν; Επειδή δεν παρεσύρθη εκ της αναγγελίας τοϋ Φιλίππου, καί έγνώριζε σαφώς και μέ άκρίβειαν, ότι ό Χριστός δεν έπρεπε νά γεννηθή είς τήν Ναζαρέτ, ούτε είς την Γαλιλαίαν, άλλ' είς τήν Ίουδαίαν και μάλιστα είς τήν Βηθλεέμ· όπως λοιπόν και έγινε. Και επειδή ό μέν Φίλιππος το ήγνόει, ό δε Ναθαναήλ ώς νομομαθής απήντησε σύμφω- νους προς τους λόγους της ανωτέρω προφητείας, γνωρίζων ότι δεν θα έλθη ό Χριστός έκ Ναζαρέτ, διά τούτο ό Χριστός εΐπεν «"Ιδε αληθώς Ισραηλίτης έν ώ δόλος ουκ έσπ». Διά τουτο και ώρισμένοι έκ των Ιουδαίων έλεγαν είς τόν Νι- κόδημον «Έρεύνησον, και ϊδε, ότι προφήτης έκ της Γαλι- λαίας ουκ έγήγερται» (Ίω. 7, 52)._Και είς άλλο σημεϊον «Ούκ άπό Βηθλεέμ της κώμης, όπου ήν Δαυ'ί'δ, ο Χριστός έρ- χεται;» (Ίω. 7, 42). Και ολοι είχαν τήν ίδίαν γνώμην, ότι έξάπαντος ό Χριστός έπρεπε άπ' έκεϊ νά έλθη και όχι άπό τήν Γαλιλαίαν. Επειδή λοιπόν, ό Ιωσήφ και ή Μαρία, πού ήσαν κάτοικοι της Βηθλεέμ, τήν εγκατέλειψαν και έγκατε- στάθησαν είς τήν Ναζαρέτ, όπου και διέμενον (πράγμα πού συμβαίνει συνήθως εϊς πολλούς ανθρώπους νά εγκαταλεί- πουν δηλαδή τάς πόλεις όπου έγεννήθησαν, και νά διάβιούν είς άλλας πόλεις, εις τάς οποίας δεν έγεννήθησαν), έπρεπε -δε ό Χριστός νά γεννηθη είς τήν Βηθλεέμ, εξεδόθη το διά- ταγμα και παρά τήν θέλησην των ήναγκάζοντο νά μεταβούν .είς τήν πόλιν έκείνην, διότι έτσι είχε προνοήσει ό θεός. διό- τι ό νόμος πού διέταζε τόν καθένα νά απογραφή είς τήν ίδι- αιτέραν πατρίδα του, τους έξηνάγκαζεν άπ' έκεϊ νά ξεκινή- σουν, εννοώ άπό τήν Ναζαρέτ, και νά έλθουν είς τήν Βηθ-
θλεέμ διά νά απογραφούν. Ακριβώς αυτό υπονοούσε καί ό ευαγγελιστής όταν έλεγεν «Άνέβη δε και ό Ιωσήφ άπό της Γαλιλαίας, έκ πόλεως Ναζαρέθ, είς τήν Ίουδαίαν, είς πόλιν Δαυϊδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ., διά το είναι αυτόν έξ οϊκου και πάτριας Δαυίδ, απόγράφεσθαι σύν Μαριάμ τη μεμνη- στευμένη αύτω γυναικί ούση έγκύω. Και έγένετο έν τώ είναι αυτούς έκεϊ, έπλήσθησαν αι ήμέραι του τεκείν αυτήν, καί έ- τεκεν τόν υίόν αυτής τόν πρωτότοκον» (Λουκ. 2, 4-7).
3. Είδες, αγαπητέ, το μεγαλειώδες σχέδιον του θεού, πού ρυθμίζει παν ό,τι αναφέρεται είς αυτόν μέ το νά χρησι- μοποιη ώς · όργανά του πιστούς και απίστους, και τούτο διά νά πληροφορηθούν οί άπιστοι τήν άξίαν της ευσέβειας καί τήν δύναμιν του θεού. Και ό μέν αστήρ ώδήγει τους μάγους άπό της Ανατολής, τό δε διάταγμα έφερε 358 τήν Μαριάμ είς τήν πατρίδα, πού προεφήτευσαν οι προφήται. Έξ αυτού γίνεται φανερόν ότι και ή Παρθένος κατήγετο έκ του γένους του Δαυΐδ. Επειδή ήτο έκ της Βηθλεέμ, είναι προφανές ότι ήτο και έκ της οικογενείας και της φυλής του Δαυ'ί'δ. Τούτο και προηγουμένως μας έοήλωσεν ό ευαγγελιστής μέ όσα έ- λεγεν «Άνέβη δε καί Ιωσήφ άπό της Γαλιλαίος σύν Μα- ριάμ, διά τό είναι αυτόν έξ οϊκου και πάτριας Δαυίδ» (Λουκ. 2, 4). Επειδή, λοιπόν, έγνωρίσαμεν τό γενεαλογικόν δεν- ορον του Ιωσήφ, τους δε προγόνους εκείνης ουδείς έσκέ- φθη νά μας καταστήση γνωστούς, όπως τους προγόνους του Ιωσήφ, καί διά νά μή. άμφιβάλλης και λέγης" άπό πού φαίνεται, ότι κατάγεται και αύτη: έκ του γένους του Δαυίδ; άκουσε" «Έν τω μηνί τω έκτω απεστάλη ό άγγελος Γαβριήλ ύπό του θεού -είς πόλιν της Γαλιλαίος, ή όνομα Ναζαρέθ, προς παρθένον μεμνηστευμένην άνδρί, ώ όνομα Ιωσήφ, έξ οϊκου Δαυίδ» (Λουκ. 1, 26-27). Τό, «έξ οϊκου Δαυίδ» πρέ- πει νά θεωρηθη ότι έχει λεχθή διά τήν Παρθένον, πράγμα πού έχει δηλωθή και έδώ·. Αυτός είναι ό λόγος διά τόν όποι- ον εξεδόθη τό διάταγμα και ό νόμος, διά να όδηγήση αυτούς είς τήν Βηθλεέμ. Μόλις έφθασαν είς τήν πόλιν ευθύς αμέ- σως έγεννήθη ό Ιησούς. Διά τούτο καί έτοποθετήθη είς τήν φάτνην ώς βρέφος, επειδή πολλοί και άπό πολλά1 μέρη συ- νέρρεον τότε έκεϊ, καί κατελάμβαναν τά καταλύματα καί δημιουργούσαν στενότητα χώρου. Διά τούτο καί οί μάγοι έκεϊ τόν προσεκύνησαν. Διά νά σας προσφέρω όμως μίαν σα- φεστέραν καί πλέον πεισπκήν άπόδειξιν, σας παρακαλώ εν- τείνατε τήν προσοχήν σας ολίγον διότι επιθυμώ νά σας διη- γηθώ μεγάλην ίστορίαν καί νά σας διάβάσω παλαιούς νό- μους, ώστε μέ όλα αυτά νά κατανοήσετε σαφέστερον τήν ό- μιλίαν μου.
Υπήρχε καπόιο παλαιόν εθιμον είς τους Ιουδαίους. Άλ- λα μάλλον άς μεταφερθώμεν παλαιότερον, όταν ό θεός έλύ- τρωσε τους Εβραίους από τάς περιπέτειας και τήν βάρβα- ρον τυραννίαν των Αιγυπτίων, επειδή τους έβλεπε να έ- χουν ακόμη υπολείμματα ασεβείας και να είναι προσηλωμέ- νοι είς υλικά προγματα και νά, θαυμάζοντες το κάλλος και τον ογκον των ναών, τους έδωσεν έντολήν νά οικοδομήσουν ναόν λαμπρότερον πάντων τών ναών της γης, όχι μόνον κατά τήν πολυτέλειαν τών υλικών, οΰτε κατά το είδος της τέχνης απλώς, άλλα και κατά το σχήμα της οικοδομής. Και ωσάν φιλόστοργος πατήρ, πού άνευρε τον υιόν του, ό οποίος επί πολύν χρόνον συναναστραφηκε με μιαρούς, διεφθαρμένους και άσωτους ανθρώπους και άπήλαυσε πολλάς αμαρτίας, του προσφέρει αφειδώς τά πάντα μέ σύνεσιν και πολλήν σκέψιν> ώστε νά μή στενοχωρείται ένθυμούμενος τά περασμένα, ούτε και νά τά νοσταλγήση, έτσι καί ό θεός βλέπων τους Ιουδαίους νά συγκινούνται έκ τών υλικών πραγμάτων προσφέρει είς αυτούς άφθονίαν αγαθών διά νά μή επιθυμήσουν τήν κατά- στασιν ή τά αγαθα τών Αιγυπτίων. Και τους εμβάλλει το σχέδιον τής κατασκευής του ναού κατά το πρότυπον του αι- σθητού και νοητού σύμπαντος. Καθώς δηλαδή υπάρχει 359 γη και ουρανός και μεταξύ των το διάστημα τού στερεώμα- τος καθ' ομοιον τρόπον διέταξε νά κατασκευασθη και ό ναός. Άφοΰ δε διηρεσε εις δύο τον ναον και έτοποθέτησε καταπέ- τασμα είς το κέντρον, επέτρεψε τήν εϊσοδον πάντων εις το έξω του καταπετάσματος τμήμα, και άπηγόρευσεν αυτήν καθώς και τήν θέαν του εσωτέρου τμήματος είς πάντας πλην τού άρχιερέως. Και ότι δεν αποτελούν ίδικήν μου φαν- τασίαν ταύτα, άλλ' ότι κατεσκευάσθη ό ναός κατά το πρότυ- πον τού σύμπαντος, πρόσεξε τί λέγει ό Παύλος αναφερόμε- νος είς τον Χριστόν, ό οποίος άνέβη είς τόν ούρανόν «Ου γάρ είς χειροποίητα αγία είσήλθεν ό Χριστός, αντίτυπα τών αληθινών» (Έβρ. 9, 24)· απόδεικνύων κατ' αυτόν τόν τρό- πον ότι τά επίγεια αγία ήσαν απομίμηση τών αληθινών. Το ότι δε διά τού καταπετάσματος διεχωρίζοντο τά "Αγια τών αγίων άπό τά εξωτερικά αγία, όπως ακριβώς διάχωρίζει ό ουρανός τά ευρισκόμενα υπεράνω αυτού άπό πάντων τών ευρισκομένων είς ημάς, πρόσεξε πώς τούτο ύπεδηλώθη, χα- ρακτηρισθείς ό ουρανός ώς καταπέταομα. Όμιλών περί τής ελπίδος, ότι οηλαοή αποτελεί ασφαλή και άκλόνητον άγκυ- ραν διά τήν ζωήν μας, προσέθεσε· «Και είσερχομένην είς το έσώτερον του καταπετάσματος, όπου πρόδρομος υπέρ ημών είσήλθεν Ιησούς, υπέρ τόν ούρανόν άνω» (Έβρ. 6, 19-20). Βλέπεις, λοιπόν, ότι ώνόμασε τόν ούρανόν καταπέτασμα; "Ε-
ξω τού καταπετάσματος εύρίσκετο ή λυχνία, και ή τράπεζα και ό χάλκινος βωμός, έτη του οποίου προσεφέροντο αί θυ- σίαι και τά ολοκαυτώματα. "Οπισθεν τού καταπετάσματος καί είς το έσω τμήμα του ναού εύρίσκετο ή κιβωτός, κεκαλυμ- μένη εξ ολοκλήρου διά χρυσού καί περιέιχουσα τάς πλά- κας τών εντολών τού θεού και τήν χρυσήν στάμναν και τήν ράβδον του Ααρών, ή οποία έβλάστησε και χρυσοΰν βωμον Οχι διά θυσίας και ολοκαυτώματα, άλλα μόνον διά θυμίαμα. Και είς μέν το έξωτερικόν τμήμα ή είσοδος έπετρέπετο είς Ολους, είς δε το έσωτερικόν μόνον είς τόν αρχιερέα. Δι* όλα ταύτα θα οάς παρουσιάσω πάλιν μαρτυρίαν τού Παύλου, πού λέγει περίπου τά εξής- «Είχε μέν ούν ή πρώτη σκηνή δικαι- ώματα λατρείας, τό τε αγιον κοσμικόν» (Έβρ. 9, 1). Όνομά- ζει δε κοσμικόν τμήμα του ναοΰ τό έξω τού καταπετάσματος, επειδή έπετρέπετο είς πάντα νά εισέρχεται ελευθέρως· «Έν ή ή τε λυχνία καί ή τράπεζα και ή πρόθεσις τών άρτων. Μετά δε τό δεύτερον καταπέτασμα σκηνή ή λεγομένη τά "Αγια τών αγίων, χρυσοΰν έχουσα θυμιατήριον, και τήν κι- βωτόν τής διάθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω· έν ή στάμνος χρυσή έχουσα τό μάννα, και ή Ράβδος Ααρών ή βλαστήσασα, καί αί πλάκες της διάθήκης" υπεράνω δε αυτής Χερουβίμ δόξης, κατασκιάζοντα τό ειλαοτήριον. Τούτων δε ού τω κατασκευασμένων, είς μέν τήν πρώτην σκηνήν διάπαντός είσίιασιν οι ιερείς, τάς λατρείας έπιτελούντες· είς δε τήν δευτέραν άπαξ του ένιαυτού μόνος ό άρχιερεύς, ού χωρίς αίματος, ο προσφέρει υπέρ εαυτού καί τών τού λαού άγνοη- μάτων» (Έβρ. 9, 2-7). Βλέπεις, λοιπόν, ότι καί μόνος ό αρ- χιερέας εισέρχεται, καί διά μίαν καί μόνην φοράν καθ^ ολον τό έτος;
4. Ποίαν λοιπόν σχέσιν έχουν αυτά, θα έλεγε καποιος, μέ τήν ήμέραν διά τήν οποίαν όμιλοΰμεν; Αναμείνατε λίγο ακόμη καί μήν ανησυχείτε. Διότι εξ αρχής σκάπτομεν τήν πηγήν καί έπειγόμεθα νά φθασωμεν είς τήν ιδίαν τήν άκρην της, ώστε μέ εύκολίαν νά σάς 360 γίνουν όλα φανερά. Καλλίτερον όμως, διά νά μή είναι ή ομιλία μου δυσνόητος επί πολύ καί απόβή είς βάρος σας ή ασάφεια, διά τής διάρ- κείας, θα σάς εϊπω αμέσως τήν αϊτίαν, ένεκα τής οποίας άνε- κίνησα όλα αυτά. Ποία, λιοπόν, είναι ή αίτια; "Οταν ή Ελι- σάβετ ήτο είς τόν έκτον μήνα τής κυήσεως τού Ιωάννου, τότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη τής Μαρίας. Έάν, λοιπόν, πλη- ροφαρηιθώμεν ποίος ήτο εκείνος ό έκτος μήνας, θα γνωρίσω- μεν καί πότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη της Μαρίας. "Επειτα δε άφοΰ πληροφορηθώμεν πότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη, θα γνωρίσωμεν καί τόν χρόνον τής γεννήσεως, άφοΰ μετρήσωμεν εννέα μήνας άπό της συλλήψεως._
Πώς, λοιπόν, θα μάθωμεν, ποίος ήτο ό έκτος μήνας της; εγκυμοσύνης της Ελισάβετ; ,νΑν μάθωμεν ποίος ήτο ό μήνας κατά τόν όποιον ήρχισεν ή σύλληψις. Άλλα μέ ποίον τρό- πον θα πληροφορηθώμεν ποίος ήτο ό μήνας, κατά τόν όποιον συνέλαβεν; "Αν μάθωμεν ποίαν έποχήν ό σύζυγος της Ζα- χαρίας έπληροφορήθη έκ του αγγέλου τήν χαρμόσυνον εί- δησιν. Και τοϋτο άπό ποΰ θα τό γνωρίοωμεν; 'Από τάς θείας Γραφάς. Καθώς λέγει τό Ιερόν Ευαγγέλιον, ό άγγελος έφε- ρε την εύχάριστον εϊδησιν εις τόν Ζαχαρίαν ένώ εύρίσκετο είς τα "Αγια των αγίων και του άνεκοίνωσεν τήν γέννησιν τοϋ Ιωάννου. ,νΑν λοιπόν αποδειχθή σαφώς έκ της άγιας Γραφής, ότι και μίαν φοράν είσήρχετο ό άρχιερεύς είς τά "Αγια των αγίων, και μόνος του, και πότε, και ποίον μήνα τοϋ έτους πραγματοποιείται ή μοναδική αυτή εϊσοδος, θα κα- ταστή απολύτως γνωστός ό καιρός της αναγγελίας της εί- δήσεως. Και άφοϋ γίνη γνωστός και έξ αυτής ό καιρός αυτός, τότε θα γίνη γνωστός είς όλους και ό καιρός της συλλήψεως. Τό ότι όμως μίαν μόνο φοράν είοήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων ό άρχιερεύς, και ό Παύλος τό έδήλωσε και ό Μωϋοής τό φανερώνει διά τών έξης λόγων· «Και έλάλησε Κύριος προς Μωΰσήν λέγων Λάλησον προς Ααρών τόν άδελφόν σου, και μη είσπορευέσθω πάααν ώραν εις τό άγιον τό έοώτερον του κα- ταπετάσματος είς τό πρόσωπον τοϋ ίλαστηρίου, ο εστίν έπι της κιβωτοϋ τοϋ μαρτυρίου, και ουκ απόθανεϊται» (Λευϊτ. 16„ 2). Καϊ πάλιν «Και πας άνθρωπος ούκ εσται εν τη σκηνή τοϋ μαρτυρίου, εϊσπορευομένου αύτοϋ έξιλάσασθαι είς τά άγια, ως αν έξέλθη, καϊ έξιλάσεται περϊ έαυτοϋ, και τοϋ οί- κου αύτοϋ, και πάσης της συναγωγής τών υιών "Ισραήλ" και έξιλάσεται έπι τό! θυσιαστήριον τό έναντι Κυρίου» (Λευϊτ. 16, 17). Τό ότι λοιπόν δεν είσήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων συχνάκις, οϋτε όταν ήτο εις τό έσωτερτκόν έπετρέπετο νά έπικοινωνήση κανείς μετ' αύτοϋ άλλ' έπρεπε έξω τοϋ παρα- πετάσματος νά ϊσταται, είναι γνωστόν έκ τών ανωτέρω. γνωρίζετε επακριβώς πάντα ταϋτα. Υπολείπεται, λοιπόν, νά αποδείξω ποίος ήτο ό καιρός κατά τόν οποίον είσήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων και ότι έπραττε τοϋτο μόνος και μίαν φοράν καθ^ ολον τό έτος. 'Από ποϋ, λοιπόν, είναι γνωστόν τοϋτο; 'Από αυτό τό ίδιο τό βιβλίο· του. Μέ τά έξης λόγια λέ- γει τοϋτο" «Έν τω" μηνι τω έβδόμω, δεκάτη τοϋ μηνός, τα-. πεινώσετε τάς ψυχάς υμών, και παν έργον ού ποιήσετε έν αύτη, ό αυτόχθων, και ό προσήλυτος ό προσκείμενος έν ύμϊν. Έν γάρ τη ήμερα ταύτη έξιλάσεται περί υμών καθαρίσαι ύμας περί πασών τών αμαρτιών υμών εναντίον Κυρίου1 καθαρισθήσεσθε. Σάββατα σαββάτων, άνάπαυσις αϋτη εσται ύμίν, και ταπεινώσετε τάς ψυχάς υμών νόμιμον αίώνιον ε- σται ύμϊν. Και έξιλάσεται ό ιερεύς, ον άν χρίσωσιν αυτόν, και ον αν τελειώσωσι τάς χείρας αύτοϋ Ιερατεύειν μετά τόν πατέρα αύτοϋ* και ένδύσεται τήν 361 στολήν αύτοϋ τήν άγίαν, και έξιλάσεται τό άγιον του αγίου, και τήν σκηνήν τοϋ μαρτυρίου, και τό θυσιαστήριον έξιλάσεται, και έξιλάσε- ται περί τών αμαρτιών τών Ιερέων, και περί πάσης της συ- ναγωγής έξιλάσεται. Και εσται τοϋτο ύμίν νόμιμον αίώνιον, εξελάσκεσθαι περί τών υιών Ισραήλ άπό πασών τών αμαρ- τιών αυτών. "Απαξ του ένιαυτοϋ ποιηθήσεται, καθαπερ συνέ- ταξε Κύριος τω Μωϋση» (Λευϊτ. 16, 29-34). Έδώ ομιλεί περί της εορτής της Σκηνοπηγίας. Διότι τότε μίαν φοράν καθ' ολον τό έτος είσήρχετο ό άρχιερεύς. Τουτο, λοιπόν και ό ίδιος έδήλωσε, λέγων ότι·· «"Απαξ του ένιαυτοϋ τουτο ποι- ηθήσεται».
5. νΑν, λοιπόν, ό άρχιερεύς εισέρχεται μόνος είς τά "Αγια τών αγίων κατά τήν έορτήν της Σκηνοπηγίας. Εμπρός λοιπόν ας απόδείξωμεν οτι τότε παρουσιάσθη ό άγγελος εις τόν Ζαχαρίαν, όταν αυτός ήτο είς τά "Αγια τών αγίων. Διότι είς αυτόν μόνον έπαρουσιάσθη κατά τήν στιγμήν της προσ- φοράς του θυμιάματος, ό δε άρχιερεύς ουδέποτε άλλοτε εί- σέρχεται μόνος παρά μόνον τότε. Τίποτε έξ άλλου δέν μας εμποδίζει νά άκούσωμε και τά έξης λόγια· «'Εγένετο έν ταϊς ήμέραις Ήρώδου τοϋ βασιλέως της Ιουδαίας, Ιερεύς τις ονό- ματι Ζαχαρίας, και ή γυνή αύτοϋ έκ τών θυγατέρων Ααρών, και τό όνομα αυτής Ελισάβετ» (Λουκ. 1, 5). «'Εγένετο δέ, έν τω Ιερατεύειν αυτόν έν τη τάξει της εφημερίας αύτοϋ εναντίον του θεοΰ, κατά τό έθος της ίερατείας, έλαχε του θυμιασαι είσελθών είς τόν ναόν του Κυρίου. Και πάν τό πλή- θος του λαοΰ ήν προσευχόμενον έξω, τη ώρα του θυμιάμα- τος» (Λουκ. 1, 8-10). Ένθυμήσου, αγαπητέ μου, τήν μαρ- τυρίαν έκείνην πού λέγει· «Και πάς άνθρωπος ούκ έσται έν τη σκηνή του μαρτυρίου, είσπορευομένου αύτου έξιλάσασθαι είς τά "Αγια τών αγίων, έως αν έξέλθη. 'Ώφθη δέ αύτώ άγ- γελος Κυρίου, έστώς έκ δεξιών τοϋ θυσιαστηρίου του θυμιά- ματος». Δέν είπε τοϋ θυσιαστηρίου τών θυσιών, άλλα, «του θυσιαστηρίου του θυμιάματος» (Λουκ. 1, 11). Διότι τό έξω- τερικόν θυσιαστήριον ήτο διά θυσίας καί ολοκαυτώματα, ενώ τό έσωτερικόν διά τό θυμίαμα. Συνεπώς έκ τούτου1 και έκ του γεγονότος ότι μόνον είς αυτόν έπαρουσαάσθη και ε- πειδή λέγεται ότι ό λαός εύρίσκετο και τόν ανέμενε έξω, εί- ναι προφανές ότι είσήλθεν είς τά "Αγια τών αγίων. «Και έτα- ράχθη Ζαχαρίας ίδών, και φόβος έπέπεσεν έπ' αυτόν Είπε δε προς αυτόν ό άγγελος- Μη φοβοϋ, Ζαχαρία, διότι είση- καύσθη ή δεησίς σου, και ή γυνή; σου Ελισάβετ γεννήσει υίόν σοι και καλέσεις το όνομα αύτοϋ Ίωάννην. Και ήν ό λαός προσδοκών τόν Ζαχαρίαν, και έθαύμαζον εν τω χρονί- ζειν αυτόν. Έξελθών δε διένευεν αύτοϊς, και ουκ ήδύνατο λαλήσαι» (Λουκ. 1, 12-22)
Βλέπεις ότι ήτο όπισθεν τοϋ καταπετάσματος; Τότε λοι- πόν έπληροφορήθη την χαρμόσυνον άγγελίαν. Και ή εποχή καθ' ην συνέβη το γεγονός τοϋτο ήτο περίοδος της Σκηνο- πηγίας και της νηστείας. Διότι τοϋτο σημαίνει ή φράσις- «Τα- πεινώσατε τάς ψυχάς υμών». Εορτάζεται δε ή εορτή αυτή ύπό τών Ιουδαίων περί τό τέλος τοϋ Σεπτεμβρίου καθώς και σεϊς κάλλιστα γνωρίζετε. Πράγματι τότε έξεφωνήσαμεν τους πολλούς και μακρούς λόγους κατά τών Ιουδαίων, έπικρί- νοντες τήν παράκαιρον νηστείαν των. Τότε λοιπόν συνέλαβε και ή Ελισάβετ ή σύζυγος τοϋ Ζαχαρίου· και έκρυβε τήν έγκυμοσύνην της πέντε μήνας λέγουσα, ότι· «Ούτω μοι πε- ποίηκεν ό Κύριος έν ήμέραις αίς έπείδεν άφελείν τό ονειδος μου έν άνθρώποις» (Λουκ. 1, 25). Τώρα λοιπόν είναι ή κατάλληλος στιγμή νά αποδείξω ότι όταν αυτή εύρίσκετο είς τόν 362 έκτον μήνα της εγκυμοσύνης διά νά γέννηση τόν Ίωάννην, ή Μαρία έλαβε τήν χαρμόσυνον άγγελίαν ότι θα μείνη έγκυος. Μόλις, λοιπόν, τήν έπεσκέφθη ό Γαβριήλ της είπε* «Μή φοβοΰ, Μαριάμ· εύρες γάρ χάριν παρά τω θεώ. Και ίδού σύλληψη έν γαστρί, και τέξη υίσν, και καλέσεις τό όνομα αύτοϋ Ιησοϋν» (Λουκ. 1, 30-31). Επειδή όμως ε- κείνη έταράχθη και άνεζήτει νά πληροφορηθη τόν τρόπον πραγματοποιήσεως τοϋ γεγονότος, της άπεκρίθη ό άγγελος και της είπε· «Πνεΰμα άγιον έπελεύσεται έπί σέ, και δύνα- μίς Υψίστου επισκιάσει σοι· διό και τό γεννώμενον έκ σοϋ αγιον, κληθήσεται Υίός θεοϋ. Και ιδού Ελισάβετ ή συγγε- νής σου, και αυτή συνειληφυϊα υίόν έν γήρα αυτής* και ού- τος μην έκτος εστίν αύτη τη. καλούμενη στείρα· ότι ουκ1 άδυνατήσει παρά τω θεώ παν ρήμα» (Λουκ. 1, 35-37). Έάν, •λοιπόν, μετά τόν Σεπτέμβριον ήρχισεν ή εγκυμοσύνη, της Ελισάβετ, καθώς έχει απόδειχθή, πρέπει νά μετρήσωμεν έξ μήνας-μετά τούτον. Εϊναι λοιπόν οί μήνες αυτοί- Όκτώβριος, Νοεμβριος, Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος. Μετά, λοιπόν, τόν έκτο τοϋτο μήνα ήρχησεν ή εγκυμοσύνη της Μαρίας. Επομένως αν μετρήσωμεν εννέα μήνας μετ' αυτόν θα φθασωμεν είς αυτόν τόν τωρινόν περί τοϋ οποίου όμιλοϋ- μεν. Ό πρώτος λοιπόν μήνας της συλλήψεως τοϋ Κυρίου εί- ναι ό Απρίλιος, πού αντιστοιχεί είς τόν Ξανθικόν, μετά τόν όποιον ακολουθούν οι Μάϊος, Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος, Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Ο Νοεμβριος, Δεκέμβριος ό μην είς τόν όποιον ευρισκόμεθα και έορτάζομεν τήν ήμέραν αυτήν. Διά νά γίνη περισσότερον σαφές αυτό τό οποίον λέγω, άφοϋ επανα- λάβω έν συντομία τά ίδια, θα εϊπω είς τήν άγάπην σας. Μίαν φοράν τό έτος μόνος είσήρχετο ό άρχιερεύς είς τά "Αγια τών άγιων. Και πότε έγίνετο τσϋτο; Κατά τόν μήνα Σεπτέμβριον. Τότε λοιπόν είσήλθεν είς τά "Αγια τών αγίων ό Ζαχαρίας- και τότε έπληροφορήίθη τήν χαρμόσυνον άγγελίαν της γεννή- σεως τοϋ Ιωάννου. Εξήλθε λοιπόν άπ' έκεϊ και ήρχισεν ή εγκυμοσύνη της γυναικός του. Μετά δε τόν Σεπτέμβριον, και όταν εύρίσκετο ή Ελισάβετ είς τόν έκτον μήνα, πού εί- ναι ό Μάρτιος, ήρχισεν ή εγκυμοσύνη τής Μαρίας. "Αν μετρήσωμεν λοιπόν άπό τοϋ Απριλίου εννέα μήνας θα φθα- σωμεν είς αυτόν περί τοϋ οποίου όμιλοϋμεν και κατά τόν όποιον έγεννήθη ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
6. Άλλ' ήδη σας κατέστησα γνωστά όλα τά σχετικά προς αυ- τήν τήν ήμέραν. 'Αφοϋ λοιπόν αναφέρω έν ακόμη, θα τελειώσω τήν όμιλίαν μου και θα παραχωρήσω τήν θέσιν μου είς τόν κοινόν οι δάσκαλσν διά τά σημαντικώτερα. Επειδή, λοιπόν, πολλοί είοωλολάτραι, όταν άκούουν ότι ό θεός έγεννήθη μέ άνθρωπίνην μορφήν μας περιγελούν και μας προσβάλλουν, και πολλούς τών απλοϊκών χριστιανών θορυβούν και ταράσ- σουν, είναι άπαραίτητον και είς εκείνους και είς τους άλ- λους πού ταράσσονται νά απευθυνθώ, ώστε ποτέ πλέον νά μή θορυβείσθε μεταπειθόμενοι ύπό άνοήτων ανθρώπων, μήτε και νά ταράσσεται κανείς άπό τάς ειρωνείας τών απίστων. Διότι και τά μικρά 363 παιδιά πολλάκις γελούν όταν ήμεϊς όμιλώμεν περί σοβαρών πραγμάτων και ασχολούμεθα με σο- βαρός υποθέσεις. Άλλ' ό γέλωτας δεν είναι άπόδειξις ότι εί- ναι γελοία αυτά πού περιγελά, άλλα άπόδειξις τής άνοη- σίας, αυτών που γελούν. Τοϋτο βεβαίως δυνάμεθα νά εϊπω- μεν και δια τους είοωλολάτρας, ότι δηλαδή, επειδή είναι πε- ρισσότερον ανόητοι τών παίδων, διασύρουν εκείνα διά τά ό- ποία πρέπει νά αίσθανώμεθα δεος και άπειρον σεβασμόν,
ενώ σέβονται και υποστηρίζουν τά αληθώς γελοία. Άλλ' ό- μως και έκ τών ιδικών μας, όσα εκείνοι περιγελούν, εξακο- λουθούν νά παραμένουν σεβαστά χωρίς είς τίποτε νά ζη- μιωθεί ή δόξα των έκ τής ειρωνείας των. Ενώ αντιθέτως τά Ιδικά των άπό παντου προφυλασσόμενα, επιδεικνύουν τήν ίδικήν των κατωτερότητα. Πράγματι πώς δεν είναι δείγμα άκρας παραφροσύνης τό νά νομίζουν αυτοί μέν, οί όποιοι εί- ναι επιρρεπείς είς τό νά εισάγουν τους θεούς των εϊς ξύλα και λίθους και μηδαμινά ξυλόγλυπτα εϊδωλα και τό νά τους εγκλείουν έτσι ωσάν εις φυλακήν, ότι τίποτε τό αίσχρόν ουτε κάμνουν ούτε λέγουν, ήμας δε νά κατηγορούν διότι λέ- γομεν ότι ό θεός κατεσκεύασε προς χάριν του ζωντανόν ναόν διά του αγίου Πνεύματος με τόν όποιον εύηργέτησε την οίκουμένην. Άλλ' είναι έγκλημα τούτο; Διότι αν είναι αίσχρόν να κατοικεί ό θεός εντός ανθρωπίνου σώματος, εί- ναι απείρως αισχρότερον να κατοική εντός λίθων και ξύλων τόσον δε αισχρότερον όσον άτιμότερον πράγμα είναι ό λίθος και τό ξύλον εν συγκρίσει προς τόν άνθρωπον, έκτος βεβαί- ως αν νομίζουν ότι ήμεϊς οί άνθρωποι είμεθα ευτελέστεροι τών άψυχων τούτων αντικειμένων. Διότι αυτοί τολμούν να κατεβάζουν την ούσίαν τού θεού εϊς γάτας και σκύλους, ενώ πολλοί αιρετικοί και είς ακόμη ευτελέστερα όντα. Η- μείς αντιθέτως δεν ύποστηρίζομεν τίποτε παρόμοιον, άλλ' ού- τε και άνεχόμεθα νά άκούωμεν. Τούτο μόνον όμολογοΰμεν, ότι ό Χριστός προσέλαβεν καθαράν και άγίαν σάρκα έκ παρ- θενικής μήτρας, άμόλυντον πάσης αμαρτίας και έπανέφερεν είς τήν πρωταρχικήν κατάστασιν τό δημιούργημα του. Άλλ' εκείνοι, και οί Μανιχαΐοι πού ασεβούν καθ' όμοιον τρόπον με αυτούς πιστεύουν ότι ό θεός κατοικεί είς σκύλους, πιθή- κους και ποικίλα ζώα (ύποστηρί'ζοντες ότι όλα αυτά έχουν ψυχήν, ώς άπόρριαν έκ της θεϊκής ουσίας),1 και δεν φο- βούνται ούτε έντρέπονται νά υποστηρίζουν δι' ήμας ταύτα, λέγοντες ότι έχομεν αντιλήψεις πού δεν αρμόζουν νά άνα φέρωνται είς τόν θεόν, διότι δεν άνεχόμεθα ούτε και νά σκε- φθούμε κάτι άπό αυτά. Ημείς όμως ύποστηρίζομεν αύτό πού έπρεπε και ήρμοζε είς τόν θεόν, ότι δηλαδή άφοΰ ήλθε κατά τόν τρόπον της γεννήσεως αυτής άπεκατέστησε τό δημιούρ- γημα του. Πές μου, λοιπόν, άνθρωπε, τί λέγεις; Ενώ διά- κηρύττεις ότι ή ψυχή τών φονέων και των μάγων προήλθεν έκ της ουσίας τού θεού, τολμάς νά μας κατακρίνης, επειδή; τίποτε έκ τούτων δεν άνεχόμεθα, ούτε ύποφέρομεν νά τό άκούωμεν νά λέγεται, άλλα και θεωρούμεν ασεβείς εκεί- νους, πού και απλώς τά αναφέρουν. Ημείς τούτο διάκηρύτ- τομεν, ότι ό θεός ανήγειρε οι' εαυτόν ναόν άμόλυντον και δι' αυτού είσήγαγεν εις τήν ζωήν μας τό πολίτευμα τών ουρανών. Και πώς Δεν θα άξιζε νά τιμωρηθήτε με απείρους θανάτους και διά τά εγκλήματα, πού μας κατηγορείτε και διά τάς ασεβείας πού συνεχίζετε νά διάπροττετε; Διότι εάν όπως διάτίνεσθε έσεϊς, εϊναι άνάρμοστον είς τόν θεόν νά κατοίκηση είς σώμα καθαρόν και άμόλυντον, είναι πολύ πιο άνάρμοστον νά ένοικήση είς τό σώμα τού μάγου, τού τυμβω- ρύχου, τού ληστού, τού πιθήκου και τού σκύλου, 364 και όχι «είς τό αγιον και άμίαντον, πού τώρα κάθηται δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης τού Πατρός. Διότι ποία βλάβη θα: ήτο δυνατό νά γίνη είς τόν θεόν ή ποία προσβολή εξ αφορ- μής της οικονομίας ταύτης; Δεν βλέπετε αυτόν εδώ τόν ή- λιον του οποίου τό σώμα είναι φθαρτόν και μεταβλητόν άντι- κείμενον; "Εστω και αν απείρως κάνουν στενοχωρούμενοι οί είδωλολάτραι και οί Μανιχαΐοι με τό νά άκούουν ταύτα. "Οχι μόνον αυτός, άλλα και ή γη καϊ ή θαλασσα και γενι- κώς ολόκληρος ή ορατή φύσις υπόκειται είς τήν φθοράν.
Και άκουε τόν Παΰλον πού τό διάκηρύττει είς αυτά πού λέγει· «τη γάρ ματαιότητι ύπετάγη, ούχ έκοΰσα, άλλα διά τόν ύποτάξαντα έπ' έλπίδι» (Ρωμ, 8, 20). "Επειτα διά νά δήλωση τί σημαίνει ή υποταγή είς τήν ματαιότητα, προσέ- θεσε λέγων «"Οτι καί αυτή ή κτίσις έλευθερωθήσεται άπό της δουλείας της φθοράς είς τήν έλευθερίαν της δόξης τών τέκνων του θεού» (Ρωμ. 8, 21). "Ωστε τώρα ή φύσις είναι μεταβλητή καϊ φθαρτή. Διότι όταν λέγωμεν ότι εν άντικεί- μενον υπόκειται είς τήν φθοράν, τίποτε άλλο δεν έννοοΰ- μεν παρά ότι είναι φθαρτόν. 'Άν λοιπόν ό ήλιος, πού είναι φθαρτόν σώμα, ρίπτει παντου τάς ακτίνας του και ερχόμε- νος είς έπαφήν μέ βορβόρους, ακαθαρσίας και μέ πολλά άλ- λα τέτοια προγματα Δεν χάνει τίποτε άπό τήν καθαρότητα του, λόγω της επαφής του μέ τά σώματα αυτά, άλλα καϊ πά- λιν ανακαλεί τάς ακτίνας του· καθαρός, αφού μεταδώ- σει είς πολλά άπό τά αντικείμενα, τά οποία τόν έδε- χθησαν, άπό τήν λαμπρότητα του, χωρίς ό ίδιος νά προσλά- βη ούτε τό ελάχιστον άπό τήν δυσωοίαν καί τήν άκαθαρσίαν, πολύ περισσότερον ό ήλιος της δικαιοσύνης, ό Κύριος τών αοράτων δυνάμεων, όχι μόνον Δεν έμολύνθη μέ τό νά προσλάβη καθαράν σάρκα, άλλα καϊ αυτήν τήν ιδίαν τήν έ- καμε καθαρωτέραν και άγιωτέραν.
Γνωρίζοντες, λοιπόν, πάντα ταύτα και ένθυμούμενοι τους λόγους εκείνους" «Ένοικήοω εν αύτοϊς, καϊ έμπεριπα- τήσω» (Λευϊτ. 26, 12)· και επίσης· «Ύμεϊς ναός θεού έστε, καϊ τό Πνεύμα τού θεού ένοικεΐ έν ύμϊν» (Α' Κορ. 3, 16) ας άπαντώμεν και ήμεϊς είς εκείνους και ας κλείωμεν τά αναίσχυντα στόματα τών άσεβων, καϊ ας αίσθανώμεθα χαράν διά τά αγαθα μας, ας δοξάζωμεν τόν θεόν ό οποίος έσαρκώ- θη διά τήν τόσον μεγάλην συγκατάβασιν, καϊ ας αποδώσω- μεν είς αυτόν κατά τήν δύναμίν μας, τήν τιμήν και τήν άνταμοιβήν πού του αξίζει. Άλλ' ημείς ούδεμίαν δυνάμεθα νά απόδώσωμεν άνταμοιβήν είς τόν θεόν, παρά μόνον τήν
σωτηρία ν μας και την σωτηρίαν των ψυχών μας, και την φροντίδα μας διά την αρετήν.
7. "Ας μη γενώμεθα, λοιπόν, αγνώμονες εις τον εύεργέ- την μας, άλλ' ας του προσφέρωμεν ολοι, όλα τα κατά δύνα- μιν, δηλαδή πίστιν, ελπίδα, άγάπην, σωφροσύνην, έλεη- μοσύνην, φιλοξενίαν. Και αυτό είς το όποιον προηγουμένως σας προετρεψα, διά το όποιον και τώρα και πάντοτε Δεν θα παύσω να σας προτρέπω. Άλλα τί είναι αύτό;./Σκεπτόμενοι να προσέλθητε είς τήν φρικτήν και θείαν τράπεζαν και τήν ίεράν μυσταγωγίαν της θείας ευχαριστίας, κάμετε τούτο με φόβον καί τρόμον, με καθαράν συνείδησιν, νηστείαν και προ- σευχήν, χωρίς θορύβους και λακτισμούς και βιαίας ωθήσεις τών πλησίον. Διότι τούτο αποτελεί μεγάλην άπερισκεψίαν και ουδόλως τυχαίαν περιφρόνησιν. Διά τουτο και είς οσους συμπεριφέρονται έτσι 365 επέρχονται ποιναί και τιμω- ρίαι. Σκέψου, λοιπόν, άνθρωπε, ποίαν θυσίαν πρόκειται να προσέγγισης, εις ποϊον θυσιαστήριον πλησιάζεις και ένθυμή- σου ότι ενώ είσαι χώμα και στάχτη, μεταλαμβάνεις σώμα και αίμα του Χριστού. Και όταν μεν προσκαλήσθε είς δεϊπνον ύπό βασιλέως, συμμετέχετε μετά σεβασμού, λαμβάνοντες εκ τών παρατιθεμένων φαγητών κοσμίως και ήσύχως. Ενώ ο- ταν σας προσκαλεί ό θεός είς τήν τράπεζαν του και σας προσφέρει τον Υίόν του, τήν στιγμήν κατά τήν οποίαν αγ- γελικοί δυνάμεις παρίστανται μετά φόβου και τρόμου, τα Χερουβίμ "καλύπτουν τά πρόσωπα των και τά Σεραφίμ ψάλλουν έντρομα, "Αγιος, άγιος, άγιος, Κύριος· σύ, πές μου, φωνασκείς και προξενείς θόρυβον εμπρός είς 'ένα τέτοιο πνευματικόν δεϊπνον; Δεν γνωρίζεις ότι τήν στιγμήν έκεί- νην οφείλεις να γεμίσης τήν ψυχήν σου μέ γαλήνην; "Υπάρ- χει ανάγκη πολλής ησυχίας και ειρήνης όχι δε θυμοΰ και ταραχής. Διότι αυτά κάμνουν άκάθαρτον τήν ψυχήν πού προσέρχεται. Ποία συγγνώμη, λοιπόν, θα ήμποροΰσε νά ύ- παρξη δι' ήμας, έάν κατόπιν τόσων αμαρτημάτων μήτε τήν στιγμήν της προσελεύσεως δεν καθαριζόμεθα έκ τών παρα- λόγων εκείνων παθών; Και γενικώς τί πιό άναγκαιότεοον •άπό αυτά πού προτίθενται είς τήν άγίαν τράπεζαν; ή τί μας ενοχλεί, ώστε νά σπεύσωμεν, άφοΰ έγκαταλείψαμεν αυτό το πνευματικόν, νά τρέχωμεν έκεϊ; Μή, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, μή έπισύρωμεν εναντίον μας τήν όργήν του θεού. Είναι φάρμακον αωτήριον διά τά τραύματα μας αυτό πού ευρίσκεται ενώπιον μας, αστείρευτος πλούτος και πρό·- ξενος της βασιλείας τών ουρανών. "Ας προσέλθωμεν, λοι- πόν, μέ φόβον, και ας εύχαριστήσωμεν τον θεόν, ας προσπέ- σωμεν μέ συντριβή ν έξομολογούμενοι τάς αμαρτίας μας, ας
κλαύσωμεν μέ οδύνην δι' όλας τάς ανομίας μας και ας προ- σευχηθώμεν διά μακρών είς τον θεόν. 'Αφοΰ διά του τρόπου αύτου έξαγνισθοΰμεν και βεβαίως μετά της καταλλήλου προ- σοχής και τάξεως, άς προσέλθωμεν ως νά προσευχώμεθα ενώπιον του βασιλέως τών ουρανών. Και άφοΰ δεχθούμεν τήν άγνήν και άγίαν θείαν εύχαριστίαν, ας τήν άσπασθοΰμεν, ας τήν έναγκαλισθοΰν οί οφθαλμοί μας και ας άναθερμάνωμεν το λογικόν μας, είς τρόπον ώστε ή συγκέντρωοις νά μή από- βη είς καταδίκην και κατάκρισίν μας, άλλ' είς ψυχικήν γα- λήνην, είς άγάπην, είς άρετήν, είς συμφιλίωσιν μετά του θεοΰ, είς σταθεράν είρήνην και ύπόθεσιν απείρων αγαθών, διά νά έξαγιάσωμεν τους εαυτούς μας, άλλα και τους πλη- σίον μας νά ώφελήσωμεν.
Οι' αυτά συνεχώς ομιλώ και δεν θα παύσω νά ομιλώ. Διότι ποίον το όφελος, νά προστρέχετε ασκόπως εδώ και νά μή πληροφορήσθε κάτι το χρήσιμον; Ποϊον το κέρδος έάν διάρκώς όμιλώμεν περί ευχάριστων πραγμάτων; Σύντομος, αγαπητοί μου, είναι ή παρούσα ζωή, και ας προσέξωμεν, Ε ας έπαγρυπνήσωμεν και ας αύτοσυγκεντρωθώμεν επιδεικνύ- οντες προς πάντας το γνήσιον ενδιάφέρον μας, γενόμενοι ευσεβείς κατά πάντα. Και είτε είναι ανάγκη νά άκροἀσθε τά θεϊα λόγια, είτε νά προσεύχεσθε, είτε νά προσέρχεσθε είς τήν θείαν κοινωνίαν, είτε νά κάμνετε ό,τιδήποτε άλλο, ας γίνεται τούτο μέ φόβον και τρόμον θεοΰ, διά να μή προκα- λέσωμεν μέ τήν άδιάφορίαν μας τήν όργήν τού θεοΰ. Διότι λέγει" «Έπικατάρατος πάς ό ποιών το έργον του Κυρίου ά- μελώς» (Ίερεμ. 48, 10). Ό θόρυβος και ή οργή αποτελούν προσβολήν διά τήν θείαν 366 εύχαριστίαν. Και είναι μεγί- στη περιφρόνησις νά προσφέρης μολυσμένον τον εαυτόν σου είς τον θεόν. "Ακουσε τί λέγει διά τους ανθρώπους αύτου του είδους ό Άπόστολος' «Εϊ τις τον ναόν του θεοΰ φθείρει, φθερεϊ τούτον ό θεός» (Α' Κορ. 3, 17). Αντί, λοιπόν, νά έπιδιώκωμεν τήν συμφιλίωσιν μή έξοργίζομεν τον θεόν, άλλ' επιδεικνύοντες κάθε προσοχήν και σεμνότητα και ψυ- χικήν γαλήνην, ας προσερχώμεθα μέ προσευχήν και συντε- τριμμένην καρδίαν διά νά δυνηθώμεν διά του τρόπου αύτου νά έξιλεώσωμεν τόν Κύριον ημών Ίησοΰν Χριστόν, και νά απόκτήσωμεν τά ύποσχεθέντα είς ήμας αγαθα διά της χά- ριτος και της φιλανθρωπίας του ιδίου του Κυρίου ημών Ιη- σού Χριστού, μετά του οποίου είς τον Πατέρα και είς το "Α- γιον Πνεύμα ανήκει ή δοξολογία, ή δύναμις, ή τιμή τώρα και πάντοτε και είς τους αιώνας τών αιώνων. Αμήν.
Καλά χριστούγεννα...
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΗΜΕΡΑΝ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ
Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΓ ΚΥΡΙΟΥ
ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΕΩΣ ΤΟΤΕ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗΝ
ΚΑΤΕΣΤΗ ΓΝΩΣΤΗ ΠΡΟ ΟΛΙΓΩΝ ΕΤΩΝ ΓΠΟ ΠΙΣΤΩΝ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΗΛΘΑΝ ΕΚ ΤΗΣ ΟΓΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΗΓΓΕΙΛΑΝ.
1. Α Τα γεγονότα εκείνα, πού άπετέλουν κατά το πα- ρελθόν άντικείμενον αγωνιώοους στοχασμού διά τους πα- τριάρχας, και οι προφήται προεφήτευαν, και οί ευσεβείς, έ- πεθύμουν να τα γνωρίσουν, σήμερον έπαληθεύθησαν και έ- πραγματοποιήθησαν, «και θεός έπϊ γης ώφθη διά σαρκός, και τοις άνθρώποις συνανεοτράφη» (Βαρούχ 3, 38). Ας χαι- ρώμεθα, λοιπόν, και ας πανηγυρίζωμεν μέ άγαλλίασιν αγα- πητοί μου. Διότι αν ό Ιωάννης άνεσκίρτησεν εις την κοιλίαν της μητρός του, όταν ή Μαρία έπεσκέφθη την Έλισάοετ, πολύ περισσότερον ήμεϊς, πού είδομεν όχι απλώς τήν Μα- ρίαν, άλλα τον ίδιον τον Σωτήρα μας να γεννάται σήμερον, πρέπει νά σκεφτώμεθα και νά πανηγυρίζωμεν, να θαυμάζω- μεν και νά έκπληττώμεθα διά την ασύλληπτον μεγαλωσύνην του υπέρ της σωτηρίας μας θείου σχεδίου. Β Σκέψου, λοι- πόν, πόσον μεγαλειώδες είναι νά βλέπης νά καταβαίνη ό ήλιος έκ τοϋ ουρανού, νά βαδίζη επί της γης και έξ αυτής νά απόστέλη τάς ακτίνας του είς πάντα τά δημιουργήματα. Άλλ' εάν θα έπροκάλει έκπληξιν είς όλους εκείνους πού θα έβλεπαν νά συμβαίνη τουτο ε!ς τον φυσικόν ήλιον, σκέψου και άναλογίσου τώρα πόσον μεγαλειώοες είναι νά βλέπω- μεν τον ήλιον της δικαιοσύνης νά απόστέλλη έκ τοϋ ανθρω- πίνου σώματος του τάς ακτίνας και νά φωτίζη τάς ψυχάς μας.
Και εγώ ό ίδιος έπεθύμουν προ πολλοΰ νά πληροφορη- θώ περί της ημέρας ταύτης. Και όχι απλώς νά πληροφορηθώ μόνος άλλα μεθ' ενός πλήθους τόσον μεγάλου. 355 Θα Εύχό- μουν, λοιπόν, διάρκώς νά είναι πλήρης ό χώρος της συγκεντρώσεως μας, όπως ακριβώς βλέπωμεν νά είναι τήν στιγμήν αυτήν. Τουτο έπαληθεύθη σήμερον και έπραγματοποιήθη. Ένω δε δεν παρήλθαν δεκα ετη από της εποχής πού έπληροφορήθημεν και γνωρίσαμεν την ήμέραν αυτήν, έντούτοις διά τοϋ ζήλου σας έλαμπρύνθη τόσον ωσάν νά μας παρεδόθη από πολύ παλαιά και προ πολλών ετών. Διά τουτο δεν είναι σφάλμα εάν όνομασθή συγχρόνως νέα και παλαιά.Νέα μεν διότι προ ολίγου τήν έγνωρίσαμεν, παλαιά δε και αρχαία διότι ταχέως κατέστη συνομήλικος παλαιοτέρων και έφθασεν εις την ιδίαν ήλικίαν μέ αύτάς. Καθώς τά χυμώδη και ευγενή, φυτά αναπτύσσονται και καρποφοροΰν είς ολίγον χρόνον άφ' ής στιγμής φυτευθοϋν, έτσι και ή ημέρα αύτη, πού ήτο προ πολλού γνωστή είς τους λαούς της Δύσεως και μετεφέρθη είς ημάς εσχάτως και όχι προ πολλών ετών, τόσον ταχέως διεδόθη και έκαρποφόρησεν, όσον διάπιστούται σήμερον, πού ύπερεπληρώθη ό αυλόγυρος και ή Εκκλησία είναι ασφυκτικά γεμάτη από το πλήθος των συγκεντρωθέντων. Την άνταξίαν, λοιπόν, προς το ενδιάφέρον σας άμοιβήν αναμείνατε από τον Χριστόν, ό οποίος σήμερον έγεννήθη σαρκικώς. Εκείνος θα σας άμείψη οπωσδήποτε διά τήν προθυμίαν σας αυτήν. Διότι ή αγάπη και το ενδιάφέρον προς τήν ήμέραν αυτήν είναι μεγίστη άπόδειξις αγάπης διά τον γεννηθέντα. Αν πρέπει όμως και ημείς οι δούλοι του αυ- τού Κυρίου κάτι να σας προσφέρωμεν, θα το πράξωμεν ευχαρί στως, ή μάλλον θα προσφέρωμεν τό κατά δύναμιν, δηλαδή όσα επιτρέπει ή χάρις του θεού, διά τήν ίδικήν σας ώφέλειαν.
Τί λοιπόν, επιθυμείτε νά άκούσητε σήμερον; Άλλα βε- βαίως τί άλλο παρά περί της ημέρας αυτής πσύ έορτάζομεν; Διότι γνωρίζω καλώς, ότι και σήμερον ακόμη πολλοί αντι- δικούν μεταξύ των, οί μεν με το νά κατηγορούν, οι δε μέ τό νά απολογούνται. "Αλλωστε παντού γίνονται πολλοί συζη- τήσεις περί αυτής και ώρισμένοι την κατηγορούν ότι είναι νέα και πρόσφατος και έχει θέσπισθή εσχάτως, ενώ άλλοι τήν υπερασπίζονται, ότι είναι παλαιά και αρχαιότατη, άφοΰ ήδη οί προφηται προεφήτευσαν τήν γέννησιν του Χριστού και από πολλών ετών ήτο γνωστή και σπουοαία είς τους λα- ούς πού κατώκουν από της Θράκης μέχρι των Γαδείρων της Ισπανίας.
Εμπρός, λοιπόν, ας όμιλήσωμεν οι' αυτά. Διότι, εάν, ένω ύπάρχη άμφισβήτησις περί αυτής, απόλαύη τόσον υψηλής τιμής έκ μέρους σας, είναι προφανές ότι αν καταστή γνω- στότερα θα είναι πολύ μεγαλύτερον τό ενδιάφέρον δι' αυτήν, διότι ή απόσαφήνισις, πού θα γίνη διά του κηρύγματος θα αύξηση τον σεβασμόν σας οι' αύτήν. "Εχω λοιπόν τρεις απο- δείξεις νά προβάλω, διά τών οποίων θα κατανοήσωμεν σα- φέστατα, Ε ότι αυτή είναι ή εποχή κατά την οποίαν έγεννή- θη ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ό θεός Λόγος. Δι' αύτάς τας τρεις υπάρχει μία άπόδειξις, ότι ή εορτή κατέστη γνωστή ταχύτατα και έφθασεν παντού και είς τόσον ύφος μεγαλο- πρέπειας και αίγλης. Εκείνο δε πού ύπεστήριζε ό Γαμαλιήλ σχετικώς με τό χριστιανικόν κήρυγμα, ότι «εάν ή έξ ανθρώ- πων ή βουλή αύτη... καταλυθήσεται· εϊ δε έκ θεού έσπν, ού δυνήσεσθε καταλΰσαι αυτούς —μήποτε και θεομάχοι εύρε- θήτε» (Προξ. 5, 38-39), τούτο 356 Α θα έλεγα κι' εγώ διά τήν ήμέραν αυτήν ότι, επειδή δηλαδή ό θεός Λόγος έκ του θεού προέρχεται, διά τούτο όχι μόνον δεν έξηφανίσθη ή εορτή αυτή, αλλά και καθίσταται μεγαλοπρεπεστέρα από έ-
17
τους είς έτος. Δι' αυτό και ή χριστιανική διδασκαλία έξη- πλώθη εντός ολίγων ετών είς όλην τήν οίκουμένην άν και αυτοί πού τήν μετέδωσαν παντού ήσαν σκηνοποιοί, αλιείς, α- γράμματοι και απλοϊκοί άνθρωποι. 'Αλλ' ή άπλότης εκείνων πού τήν υπηρέτησαν, ούδεμίαν επέφερε ζημίαν, διότι ή δύ- ναμις τού περιεχομένου της ήτο ισχυρότερα πάντων, και α- νέτρεπε όλα τά εμπόδιά, επιδεικνύουσα τήν δύναμιν της.
2. Έάν όμως καπόιος έξ αυτών πού ερίζουν Δεν παρα- δεχεται τά λεχθέντα, δύναμαι νά προβάλω και δεύτερον ά- πόδειξιν. Ποία είναι αυτή; Β Είναι εκείνη πού προκύπτει έξ όσων άναγινώσκομεν είς τά ευαγγέλια σχετικώς μέ τήν απόγραφήν. Λέγει, λοιπόν, ό ευαγγελιστής· «Έγένετο γαρ εν ταϊς ήμέραις έκείναις, εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυ- γούστου, απόγράφεσθαι πάσαν τήν οίκουμένην. Αύτη· ή απο- γραφή πρώτη έγένετο ηγεμονεύοντος τής Συρίας Κυρηνί- ου. Και έπορεύοντο πάντες απόγράφεσθαι, έκαστος είς τήν ιδίαν πόλιν. Άνέβη δε και Ιωσήφ από τής Γαλιλαίος, έκ πόλεως Ναζαρέθ, <είς τήν Ίουοαίαν,- > είς πόλιν Δαυϊδ, ή- τις καλείται Βηθλεέμ, διά τό είναι αυτόν έξ οίκου και πά- τριας Δαυίδ, απόγράφεσθαι σύν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αύτώ γυναικϊ ούση έγκύω. Έγένετο δε έν τω είναι αυτούς εκεί, έπλήσθησαν αί ήμεραι του τεκείν αυτήν και έτεκεν τον υίόν αυτής τον πρωτότοκον, και έσπαργάνωσεν αυτόν, και άνέκλινεν αυτόν έν τη φάτνη, διότι ουκ ήν αύτοίς τόπος έν τω καταλύματι» (Λουκ. 2, 1-7).'Έκ τούτων είναι φανερόν. ότι έγεννήθη κατά τήν πρώτήν απόγραφήν. Και δύναται, ό- ποιος επιθυμεί νά έρευνήση τους αρχαίους δημοσίους κώδι- κας της Ρώμης και νά πληροφορηθεί Β ακριβώς τον χρόνον τής απογραφής, θα έλεγεν όμως καπόιος· δεν μας ενδιάφέρει έφ' όσον είμεθα μακράν της Ρώμης και ουδεποτε τήν έπεσκέ- φθημεν; "Ακουε όμως και μή άμφισβητείς, διότι έχομεν πα- ραλάβει τήν ήμέραν έξ εκείνων, πού γνωρίζουν ταΰτα επα- κριβώς και διάμένουν είς τήν πόλιν έκείνην. Διότι οί κά- τοικοι της τήν εορτάζουν από πολλών ετών έκ παραδόσεως κι' οι ίδιοι τώρα μας τήν έγνώρισαν. Ούτε άλλωστε ό ευαγ- γελιστής μας ανέφερε ασκόπως τήν έποχήν έκείνην, άλλα σκοπίμως μας τήν έφανέρωσε διά νά καταδείξη τό σχέδιον της θείας οικονομίας. Ούτε και ό Αύγουστος άφ' εαυτού του και μέ προσωπικήν πρωτοβουλίαν έξέδωκε τότε τό διάταγμα, άλλ' ό θεός ύπεκίνησε τον νουν του διά νά τον κάμη νά υπηρέτηση ακόμη και παρά τήν θέλησίν του τήν γέννησιν του Μονογενούς. Και διάτι τούτο, λέγει, συντελεί είς τήν ένσάρκωσιν; Δεν είναι μικρόν, ούτε τυχαίον, αγαπητέ, άλλ' αντιθέτως είναι πάρα πολύ μεγάλο και 'ένα από τά αναγκαία
και τά ζητούμενα με επιμέλειαν. Ποίον λοιπόν είναι αυτό; Ή Γαλιλαία είναι περιοχή της Παλαιστίνης και ή Ναζαρέτ πόλις της Γαλιλαίος. Κι 357 ή Ιουδαία επίσης είναι μία περιοχή, πού ονομάζεται έτσι ύπό των εντοπίων της, και ή Βηθλεέμ πόλις της Ιουδαίας, "Ολοι οί προφήται προεφή- τευαν ότι δεν θα έλθη ό Χρίστος άπό τήν Ναζαρέτ, άλλ' άπό τήν Βηθλεέμ, είς την οποίαν και θα γεννηθή. Ιδού, λοιπόν, τί λέγουν αί γραφαί· «Και σύ Βηθλεέμ, γη Ιούδα, ουδαμώς ελαχίστη εϊ έν τοις ήγεμόσιν Ιούδα1 εκ σοϋ γάρ έξελεύσεται ηγούμενος, οστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ» (Ματθ. 2, 6' Μιχ, 5, 2). Και οί Ιουδαίοι πού ήρωτήθησαν τότε ύπο του Ήρώδου, πού έγεννήθη ό Χριστός, ανέφεραν είς αυτόν αυτήν τήν μαρτυρίαν. Διά τούτο και όταν ό Φίλιππος εΐπεν· «Ίησοϋν τόν άπό Ναζαρέθ εύρήκαμεν» και τον ήρώτησεν ό Ναθαναήλ* «Έκ Ναζαρέθ δύναται τι αγαθόν είναι;» ό Χρι- στός είπε δι' αυτόν «"Ιδε αληθώς Ισραηλίτης έν ώ δόλος ουκ εστί» (Ίω. 1, 46-48). Άλλα θα διερωτάτο κανείς, διάτί τον έπήνεσεν; Επειδή δεν παρεσύρθη εκ της αναγγελίας τοϋ Φιλίππου, καί έγνώριζε σαφώς και μέ άκρίβειαν, ότι ό Χριστός δεν έπρεπε νά γεννηθή είς τήν Ναζαρέτ, ούτε είς την Γαλιλαίαν, άλλ' είς τήν Ίουδαίαν και μάλιστα είς τήν Βηθλεέμ· όπως λοιπόν και έγινε. Και επειδή ό μέν Φίλιππος το ήγνόει, ό δε Ναθαναήλ ώς νομομαθής απήντησε σύμφω- νους προς τους λόγους της ανωτέρω προφητείας, γνωρίζων ότι δεν θα έλθη ό Χριστός έκ Ναζαρέτ, διά τούτο ό Χριστός εΐπεν «"Ιδε αληθώς Ισραηλίτης έν ώ δόλος ουκ έσπ». Διά τουτο και ώρισμένοι έκ των Ιουδαίων έλεγαν είς τόν Νι- κόδημον «Έρεύνησον, και ϊδε, ότι προφήτης έκ της Γαλι- λαίας ουκ έγήγερται» (Ίω. 7, 52)._Και είς άλλο σημεϊον «Ούκ άπό Βηθλεέμ της κώμης, όπου ήν Δαυ'ί'δ, ο Χριστός έρ- χεται;» (Ίω. 7, 42). Και ολοι είχαν τήν ίδίαν γνώμην, ότι έξάπαντος ό Χριστός έπρεπε άπ' έκεϊ νά έλθη και όχι άπό τήν Γαλιλαίαν. Επειδή λοιπόν, ό Ιωσήφ και ή Μαρία, πού ήσαν κάτοικοι της Βηθλεέμ, τήν εγκατέλειψαν και έγκατε- στάθησαν είς τήν Ναζαρέτ, όπου και διέμενον (πράγμα πού συμβαίνει συνήθως εϊς πολλούς ανθρώπους νά εγκαταλεί- πουν δηλαδή τάς πόλεις όπου έγεννήθησαν, και νά διάβιούν είς άλλας πόλεις, εις τάς οποίας δεν έγεννήθησαν), έπρεπε -δε ό Χριστός νά γεννηθη είς τήν Βηθλεέμ, εξεδόθη το διά- ταγμα και παρά τήν θέλησην των ήναγκάζοντο νά μεταβούν .είς τήν πόλιν έκείνην, διότι έτσι είχε προνοήσει ό θεός. διό- τι ό νόμος πού διέταζε τόν καθένα νά απογραφή είς τήν ίδι- αιτέραν πατρίδα του, τους έξηνάγκαζεν άπ' έκεϊ νά ξεκινή- σουν, εννοώ άπό τήν Ναζαρέτ, και νά έλθουν είς τήν Βηθ-
θλεέμ διά νά απογραφούν. Ακριβώς αυτό υπονοούσε καί ό ευαγγελιστής όταν έλεγεν «Άνέβη δε και ό Ιωσήφ άπό της Γαλιλαίας, έκ πόλεως Ναζαρέθ, είς τήν Ίουδαίαν, είς πόλιν Δαυϊδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ., διά το είναι αυτόν έξ οϊκου και πάτριας Δαυίδ, απόγράφεσθαι σύν Μαριάμ τη μεμνη- στευμένη αύτω γυναικί ούση έγκύω. Και έγένετο έν τώ είναι αυτούς έκεϊ, έπλήσθησαν αι ήμέραι του τεκείν αυτήν, καί έ- τεκεν τόν υίόν αυτής τόν πρωτότοκον» (Λουκ. 2, 4-7).
3. Είδες, αγαπητέ, το μεγαλειώδες σχέδιον του θεού, πού ρυθμίζει παν ό,τι αναφέρεται είς αυτόν μέ το νά χρησι- μοποιη ώς · όργανά του πιστούς και απίστους, και τούτο διά νά πληροφορηθούν οί άπιστοι τήν άξίαν της ευσέβειας καί τήν δύναμιν του θεού. Και ό μέν αστήρ ώδήγει τους μάγους άπό της Ανατολής, τό δε διάταγμα έφερε 358 τήν Μαριάμ είς τήν πατρίδα, πού προεφήτευσαν οι προφήται. Έξ αυτού γίνεται φανερόν ότι και ή Παρθένος κατήγετο έκ του γένους του Δαυΐδ. Επειδή ήτο έκ της Βηθλεέμ, είναι προφανές ότι ήτο και έκ της οικογενείας και της φυλής του Δαυ'ί'δ. Τούτο και προηγουμένως μας έοήλωσεν ό ευαγγελιστής μέ όσα έ- λεγεν «Άνέβη δε καί Ιωσήφ άπό της Γαλιλαίος σύν Μα- ριάμ, διά τό είναι αυτόν έξ οϊκου και πάτριας Δαυίδ» (Λουκ. 2, 4). Επειδή, λοιπόν, έγνωρίσαμεν τό γενεαλογικόν δεν- ορον του Ιωσήφ, τους δε προγόνους εκείνης ουδείς έσκέ- φθη νά μας καταστήση γνωστούς, όπως τους προγόνους του Ιωσήφ, καί διά νά μή. άμφιβάλλης και λέγης" άπό πού φαίνεται, ότι κατάγεται και αύτη: έκ του γένους του Δαυίδ; άκουσε" «Έν τω μηνί τω έκτω απεστάλη ό άγγελος Γαβριήλ ύπό του θεού -είς πόλιν της Γαλιλαίος, ή όνομα Ναζαρέθ, προς παρθένον μεμνηστευμένην άνδρί, ώ όνομα Ιωσήφ, έξ οϊκου Δαυίδ» (Λουκ. 1, 26-27). Τό, «έξ οϊκου Δαυίδ» πρέ- πει νά θεωρηθη ότι έχει λεχθή διά τήν Παρθένον, πράγμα πού έχει δηλωθή και έδώ·. Αυτός είναι ό λόγος διά τόν όποι- ον εξεδόθη τό διάταγμα και ό νόμος, διά να όδηγήση αυτούς είς τήν Βηθλεέμ. Μόλις έφθασαν είς τήν πόλιν ευθύς αμέ- σως έγεννήθη ό Ιησούς. Διά τούτο καί έτοποθετήθη είς τήν φάτνην ώς βρέφος, επειδή πολλοί και άπό πολλά1 μέρη συ- νέρρεον τότε έκεϊ, καί κατελάμβαναν τά καταλύματα καί δημιουργούσαν στενότητα χώρου. Διά τούτο καί οί μάγοι έκεϊ τόν προσεκύνησαν. Διά νά σας προσφέρω όμως μίαν σα- φεστέραν καί πλέον πεισπκήν άπόδειξιν, σας παρακαλώ εν- τείνατε τήν προσοχήν σας ολίγον διότι επιθυμώ νά σας διη- γηθώ μεγάλην ίστορίαν καί νά σας διάβάσω παλαιούς νό- μους, ώστε μέ όλα αυτά νά κατανοήσετε σαφέστερον τήν ό- μιλίαν μου.
Υπήρχε καπόιο παλαιόν εθιμον είς τους Ιουδαίους. Άλ- λα μάλλον άς μεταφερθώμεν παλαιότερον, όταν ό θεός έλύ- τρωσε τους Εβραίους από τάς περιπέτειας και τήν βάρβα- ρον τυραννίαν των Αιγυπτίων, επειδή τους έβλεπε να έ- χουν ακόμη υπολείμματα ασεβείας και να είναι προσηλωμέ- νοι είς υλικά προγματα και νά, θαυμάζοντες το κάλλος και τον ογκον των ναών, τους έδωσεν έντολήν νά οικοδομήσουν ναόν λαμπρότερον πάντων τών ναών της γης, όχι μόνον κατά τήν πολυτέλειαν τών υλικών, οΰτε κατά το είδος της τέχνης απλώς, άλλα και κατά το σχήμα της οικοδομής. Και ωσάν φιλόστοργος πατήρ, πού άνευρε τον υιόν του, ό οποίος επί πολύν χρόνον συναναστραφηκε με μιαρούς, διεφθαρμένους και άσωτους ανθρώπους και άπήλαυσε πολλάς αμαρτίας, του προσφέρει αφειδώς τά πάντα μέ σύνεσιν και πολλήν σκέψιν> ώστε νά μή στενοχωρείται ένθυμούμενος τά περασμένα, ούτε και νά τά νοσταλγήση, έτσι καί ό θεός βλέπων τους Ιουδαίους νά συγκινούνται έκ τών υλικών πραγμάτων προσφέρει είς αυτούς άφθονίαν αγαθών διά νά μή επιθυμήσουν τήν κατά- στασιν ή τά αγαθα τών Αιγυπτίων. Και τους εμβάλλει το σχέδιον τής κατασκευής του ναού κατά το πρότυπον του αι- σθητού και νοητού σύμπαντος. Καθώς δηλαδή υπάρχει 359 γη και ουρανός και μεταξύ των το διάστημα τού στερεώμα- τος καθ' ομοιον τρόπον διέταξε νά κατασκευασθη και ό ναός. Άφοΰ δε διηρεσε εις δύο τον ναον και έτοποθέτησε καταπέ- τασμα είς το κέντρον, επέτρεψε τήν εϊσοδον πάντων εις το έξω του καταπετάσματος τμήμα, και άπηγόρευσεν αυτήν καθώς και τήν θέαν του εσωτέρου τμήματος είς πάντας πλην τού άρχιερέως. Και ότι δεν αποτελούν ίδικήν μου φαν- τασίαν ταύτα, άλλ' ότι κατεσκευάσθη ό ναός κατά το πρότυ- πον τού σύμπαντος, πρόσεξε τί λέγει ό Παύλος αναφερόμε- νος είς τον Χριστόν, ό οποίος άνέβη είς τόν ούρανόν «Ου γάρ είς χειροποίητα αγία είσήλθεν ό Χριστός, αντίτυπα τών αληθινών» (Έβρ. 9, 24)· απόδεικνύων κατ' αυτόν τόν τρό- πον ότι τά επίγεια αγία ήσαν απομίμηση τών αληθινών. Το ότι δε διά τού καταπετάσματος διεχωρίζοντο τά "Αγια τών αγίων άπό τά εξωτερικά αγία, όπως ακριβώς διάχωρίζει ό ουρανός τά ευρισκόμενα υπεράνω αυτού άπό πάντων τών ευρισκομένων είς ημάς, πρόσεξε πώς τούτο ύπεδηλώθη, χα- ρακτηρισθείς ό ουρανός ώς καταπέταομα. Όμιλών περί τής ελπίδος, ότι οηλαοή αποτελεί ασφαλή και άκλόνητον άγκυ- ραν διά τήν ζωήν μας, προσέθεσε· «Και είσερχομένην είς το έσώτερον του καταπετάσματος, όπου πρόδρομος υπέρ ημών είσήλθεν Ιησούς, υπέρ τόν ούρανόν άνω» (Έβρ. 6, 19-20). Βλέπεις, λοιπόν, ότι ώνόμασε τόν ούρανόν καταπέτασμα; "Ε-
ξω τού καταπετάσματος εύρίσκετο ή λυχνία, και ή τράπεζα και ό χάλκινος βωμός, έτη του οποίου προσεφέροντο αί θυ- σίαι και τά ολοκαυτώματα. "Οπισθεν τού καταπετάσματος καί είς το έσω τμήμα του ναού εύρίσκετο ή κιβωτός, κεκαλυμ- μένη εξ ολοκλήρου διά χρυσού καί περιέιχουσα τάς πλά- κας τών εντολών τού θεού και τήν χρυσήν στάμναν και τήν ράβδον του Ααρών, ή οποία έβλάστησε και χρυσοΰν βωμον Οχι διά θυσίας και ολοκαυτώματα, άλλα μόνον διά θυμίαμα. Και είς μέν το έξωτερικόν τμήμα ή είσοδος έπετρέπετο είς Ολους, είς δε το έσωτερικόν μόνον είς τόν αρχιερέα. Δι* όλα ταύτα θα οάς παρουσιάσω πάλιν μαρτυρίαν τού Παύλου, πού λέγει περίπου τά εξής- «Είχε μέν ούν ή πρώτη σκηνή δικαι- ώματα λατρείας, τό τε αγιον κοσμικόν» (Έβρ. 9, 1). Όνομά- ζει δε κοσμικόν τμήμα του ναοΰ τό έξω τού καταπετάσματος, επειδή έπετρέπετο είς πάντα νά εισέρχεται ελευθέρως· «Έν ή ή τε λυχνία καί ή τράπεζα και ή πρόθεσις τών άρτων. Μετά δε τό δεύτερον καταπέτασμα σκηνή ή λεγομένη τά "Αγια τών αγίων, χρυσοΰν έχουσα θυμιατήριον, και τήν κι- βωτόν τής διάθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω· έν ή στάμνος χρυσή έχουσα τό μάννα, και ή Ράβδος Ααρών ή βλαστήσασα, καί αί πλάκες της διάθήκης" υπεράνω δε αυτής Χερουβίμ δόξης, κατασκιάζοντα τό ειλαοτήριον. Τούτων δε ού τω κατασκευασμένων, είς μέν τήν πρώτην σκηνήν διάπαντός είσίιασιν οι ιερείς, τάς λατρείας έπιτελούντες· είς δε τήν δευτέραν άπαξ του ένιαυτού μόνος ό άρχιερεύς, ού χωρίς αίματος, ο προσφέρει υπέρ εαυτού καί τών τού λαού άγνοη- μάτων» (Έβρ. 9, 2-7). Βλέπεις, λοιπόν, ότι καί μόνος ό αρ- χιερέας εισέρχεται, καί διά μίαν καί μόνην φοράν καθ^ ολον τό έτος;
4. Ποίαν λοιπόν σχέσιν έχουν αυτά, θα έλεγε καποιος, μέ τήν ήμέραν διά τήν οποίαν όμιλοΰμεν; Αναμείνατε λίγο ακόμη καί μήν ανησυχείτε. Διότι εξ αρχής σκάπτομεν τήν πηγήν καί έπειγόμεθα νά φθασωμεν είς τήν ιδίαν τήν άκρην της, ώστε μέ εύκολίαν νά σάς 360 γίνουν όλα φανερά. Καλλίτερον όμως, διά νά μή είναι ή ομιλία μου δυσνόητος επί πολύ καί απόβή είς βάρος σας ή ασάφεια, διά τής διάρ- κείας, θα σάς εϊπω αμέσως τήν αϊτίαν, ένεκα τής οποίας άνε- κίνησα όλα αυτά. Ποία, λιοπόν, είναι ή αίτια; "Οταν ή Ελι- σάβετ ήτο είς τόν έκτον μήνα τής κυήσεως τού Ιωάννου, τότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη τής Μαρίας. Έάν, λοιπόν, πλη- ροφαρηιθώμεν ποίος ήτο εκείνος ό έκτος μήνας, θα γνωρίσω- μεν καί πότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη της Μαρίας. "Επειτα δε άφοΰ πληροφορηθώμεν πότε ήρχισεν ή εγκυμοσύνη, θα γνωρίσωμεν καί τόν χρόνον τής γεννήσεως, άφοΰ μετρήσωμεν εννέα μήνας άπό της συλλήψεως._
Πώς, λοιπόν, θα μάθωμεν, ποίος ήτο ό έκτος μήνας της; εγκυμοσύνης της Ελισάβετ; ,νΑν μάθωμεν ποίος ήτο ό μήνας κατά τόν όποιον ήρχισεν ή σύλληψις. Άλλα μέ ποίον τρό- πον θα πληροφορηθώμεν ποίος ήτο ό μήνας, κατά τόν όποιον συνέλαβεν; "Αν μάθωμεν ποίαν έποχήν ό σύζυγος της Ζα- χαρίας έπληροφορήθη έκ του αγγέλου τήν χαρμόσυνον εί- δησιν. Και τοϋτο άπό ποΰ θα τό γνωρίοωμεν; 'Από τάς θείας Γραφάς. Καθώς λέγει τό Ιερόν Ευαγγέλιον, ό άγγελος έφε- ρε την εύχάριστον εϊδησιν εις τόν Ζαχαρίαν ένώ εύρίσκετο είς τα "Αγια των αγίων και του άνεκοίνωσεν τήν γέννησιν τοϋ Ιωάννου. ,νΑν λοιπόν αποδειχθή σαφώς έκ της άγιας Γραφής, ότι και μίαν φοράν είσήρχετο ό άρχιερεύς είς τά "Αγια των αγίων, και μόνος του, και πότε, και ποίον μήνα τοϋ έτους πραγματοποιείται ή μοναδική αυτή εϊσοδος, θα κα- ταστή απολύτως γνωστός ό καιρός της αναγγελίας της εί- δήσεως. Και άφοϋ γίνη γνωστός και έξ αυτής ό καιρός αυτός, τότε θα γίνη γνωστός είς όλους και ό καιρός της συλλήψεως. Τό ότι όμως μίαν μόνο φοράν είοήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων ό άρχιερεύς, και ό Παύλος τό έδήλωσε και ό Μωϋοής τό φανερώνει διά τών έξης λόγων· «Και έλάλησε Κύριος προς Μωΰσήν λέγων Λάλησον προς Ααρών τόν άδελφόν σου, και μη είσπορευέσθω πάααν ώραν εις τό άγιον τό έοώτερον του κα- ταπετάσματος είς τό πρόσωπον τοϋ ίλαστηρίου, ο εστίν έπι της κιβωτοϋ τοϋ μαρτυρίου, και ουκ απόθανεϊται» (Λευϊτ. 16„ 2). Καϊ πάλιν «Και πας άνθρωπος ούκ εσται εν τη σκηνή τοϋ μαρτυρίου, εϊσπορευομένου αύτοϋ έξιλάσασθαι είς τά άγια, ως αν έξέλθη, καϊ έξιλάσεται περϊ έαυτοϋ, και τοϋ οί- κου αύτοϋ, και πάσης της συναγωγής τών υιών "Ισραήλ" και έξιλάσεται έπι τό! θυσιαστήριον τό έναντι Κυρίου» (Λευϊτ. 16, 17). Τό ότι λοιπόν δεν είσήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων συχνάκις, οϋτε όταν ήτο εις τό έσωτερτκόν έπετρέπετο νά έπικοινωνήση κανείς μετ' αύτοϋ άλλ' έπρεπε έξω τοϋ παρα- πετάσματος νά ϊσταται, είναι γνωστόν έκ τών ανωτέρω. γνωρίζετε επακριβώς πάντα ταϋτα. Υπολείπεται, λοιπόν, νά αποδείξω ποίος ήτο ό καιρός κατά τόν οποίον είσήρχετο είς τά "Αγια τών αγίων και ότι έπραττε τοϋτο μόνος και μίαν φοράν καθ^ ολον τό έτος. 'Από ποϋ, λοιπόν, είναι γνωστόν τοϋτο; 'Από αυτό τό ίδιο τό βιβλίο· του. Μέ τά έξης λόγια λέ- γει τοϋτο" «Έν τω" μηνι τω έβδόμω, δεκάτη τοϋ μηνός, τα-. πεινώσετε τάς ψυχάς υμών, και παν έργον ού ποιήσετε έν αύτη, ό αυτόχθων, και ό προσήλυτος ό προσκείμενος έν ύμϊν. Έν γάρ τη ήμερα ταύτη έξιλάσεται περί υμών καθαρίσαι ύμας περί πασών τών αμαρτιών υμών εναντίον Κυρίου1 καθαρισθήσεσθε. Σάββατα σαββάτων, άνάπαυσις αϋτη εσται ύμίν, και ταπεινώσετε τάς ψυχάς υμών νόμιμον αίώνιον ε- σται ύμϊν. Και έξιλάσεται ό ιερεύς, ον άν χρίσωσιν αυτόν, και ον αν τελειώσωσι τάς χείρας αύτοϋ Ιερατεύειν μετά τόν πατέρα αύτοϋ* και ένδύσεται τήν 361 στολήν αύτοϋ τήν άγίαν, και έξιλάσεται τό άγιον του αγίου, και τήν σκηνήν τοϋ μαρτυρίου, και τό θυσιαστήριον έξιλάσεται, και έξιλάσε- ται περί τών αμαρτιών τών Ιερέων, και περί πάσης της συ- ναγωγής έξιλάσεται. Και εσται τοϋτο ύμίν νόμιμον αίώνιον, εξελάσκεσθαι περί τών υιών Ισραήλ άπό πασών τών αμαρ- τιών αυτών. "Απαξ του ένιαυτοϋ ποιηθήσεται, καθαπερ συνέ- ταξε Κύριος τω Μωϋση» (Λευϊτ. 16, 29-34). Έδώ ομιλεί περί της εορτής της Σκηνοπηγίας. Διότι τότε μίαν φοράν καθ' ολον τό έτος είσήρχετο ό άρχιερεύς. Τουτο, λοιπόν και ό ίδιος έδήλωσε, λέγων ότι·· «"Απαξ του ένιαυτοϋ τουτο ποι- ηθήσεται».
5. νΑν, λοιπόν, ό άρχιερεύς εισέρχεται μόνος είς τά "Αγια τών αγίων κατά τήν έορτήν της Σκηνοπηγίας. Εμπρός λοιπόν ας απόδείξωμεν οτι τότε παρουσιάσθη ό άγγελος εις τόν Ζαχαρίαν, όταν αυτός ήτο είς τά "Αγια τών αγίων. Διότι είς αυτόν μόνον έπαρουσιάσθη κατά τήν στιγμήν της προσ- φοράς του θυμιάματος, ό δε άρχιερεύς ουδέποτε άλλοτε εί- σέρχεται μόνος παρά μόνον τότε. Τίποτε έξ άλλου δέν μας εμποδίζει νά άκούσωμε και τά έξης λόγια· «'Εγένετο έν ταϊς ήμέραις Ήρώδου τοϋ βασιλέως της Ιουδαίας, Ιερεύς τις ονό- ματι Ζαχαρίας, και ή γυνή αύτοϋ έκ τών θυγατέρων Ααρών, και τό όνομα αυτής Ελισάβετ» (Λουκ. 1, 5). «'Εγένετο δέ, έν τω Ιερατεύειν αυτόν έν τη τάξει της εφημερίας αύτοϋ εναντίον του θεοΰ, κατά τό έθος της ίερατείας, έλαχε του θυμιασαι είσελθών είς τόν ναόν του Κυρίου. Και πάν τό πλή- θος του λαοΰ ήν προσευχόμενον έξω, τη ώρα του θυμιάμα- τος» (Λουκ. 1, 8-10). Ένθυμήσου, αγαπητέ μου, τήν μαρ- τυρίαν έκείνην πού λέγει· «Και πάς άνθρωπος ούκ έσται έν τη σκηνή του μαρτυρίου, είσπορευομένου αύτου έξιλάσασθαι είς τά "Αγια τών αγίων, έως αν έξέλθη. 'Ώφθη δέ αύτώ άγ- γελος Κυρίου, έστώς έκ δεξιών τοϋ θυσιαστηρίου του θυμιά- ματος». Δέν είπε τοϋ θυσιαστηρίου τών θυσιών, άλλα, «του θυσιαστηρίου του θυμιάματος» (Λουκ. 1, 11). Διότι τό έξω- τερικόν θυσιαστήριον ήτο διά θυσίας καί ολοκαυτώματα, ενώ τό έσωτερικόν διά τό θυμίαμα. Συνεπώς έκ τούτου1 και έκ του γεγονότος ότι μόνον είς αυτόν έπαρουσαάσθη και ε- πειδή λέγεται ότι ό λαός εύρίσκετο και τόν ανέμενε έξω, εί- ναι προφανές ότι είσήλθεν είς τά "Αγια τών αγίων. «Και έτα- ράχθη Ζαχαρίας ίδών, και φόβος έπέπεσεν έπ' αυτόν Είπε δε προς αυτόν ό άγγελος- Μη φοβοϋ, Ζαχαρία, διότι είση- καύσθη ή δεησίς σου, και ή γυνή; σου Ελισάβετ γεννήσει υίόν σοι και καλέσεις το όνομα αύτοϋ Ίωάννην. Και ήν ό λαός προσδοκών τόν Ζαχαρίαν, και έθαύμαζον εν τω χρονί- ζειν αυτόν. Έξελθών δε διένευεν αύτοϊς, και ουκ ήδύνατο λαλήσαι» (Λουκ. 1, 12-22)
Βλέπεις ότι ήτο όπισθεν τοϋ καταπετάσματος; Τότε λοι- πόν έπληροφορήθη την χαρμόσυνον άγγελίαν. Και ή εποχή καθ' ην συνέβη το γεγονός τοϋτο ήτο περίοδος της Σκηνο- πηγίας και της νηστείας. Διότι τοϋτο σημαίνει ή φράσις- «Τα- πεινώσατε τάς ψυχάς υμών». Εορτάζεται δε ή εορτή αυτή ύπό τών Ιουδαίων περί τό τέλος τοϋ Σεπτεμβρίου καθώς και σεϊς κάλλιστα γνωρίζετε. Πράγματι τότε έξεφωνήσαμεν τους πολλούς και μακρούς λόγους κατά τών Ιουδαίων, έπικρί- νοντες τήν παράκαιρον νηστείαν των. Τότε λοιπόν συνέλαβε και ή Ελισάβετ ή σύζυγος τοϋ Ζαχαρίου· και έκρυβε τήν έγκυμοσύνην της πέντε μήνας λέγουσα, ότι· «Ούτω μοι πε- ποίηκεν ό Κύριος έν ήμέραις αίς έπείδεν άφελείν τό ονειδος μου έν άνθρώποις» (Λουκ. 1, 25). Τώρα λοιπόν είναι ή κατάλληλος στιγμή νά αποδείξω ότι όταν αυτή εύρίσκετο είς τόν 362 έκτον μήνα της εγκυμοσύνης διά νά γέννηση τόν Ίωάννην, ή Μαρία έλαβε τήν χαρμόσυνον άγγελίαν ότι θα μείνη έγκυος. Μόλις, λοιπόν, τήν έπεσκέφθη ό Γαβριήλ της είπε* «Μή φοβοΰ, Μαριάμ· εύρες γάρ χάριν παρά τω θεώ. Και ίδού σύλληψη έν γαστρί, και τέξη υίσν, και καλέσεις τό όνομα αύτοϋ Ιησοϋν» (Λουκ. 1, 30-31). Επειδή όμως ε- κείνη έταράχθη και άνεζήτει νά πληροφορηθη τόν τρόπον πραγματοποιήσεως τοϋ γεγονότος, της άπεκρίθη ό άγγελος και της είπε· «Πνεΰμα άγιον έπελεύσεται έπί σέ, και δύνα- μίς Υψίστου επισκιάσει σοι· διό και τό γεννώμενον έκ σοϋ αγιον, κληθήσεται Υίός θεοϋ. Και ιδού Ελισάβετ ή συγγε- νής σου, και αυτή συνειληφυϊα υίόν έν γήρα αυτής* και ού- τος μην έκτος εστίν αύτη τη. καλούμενη στείρα· ότι ουκ1 άδυνατήσει παρά τω θεώ παν ρήμα» (Λουκ. 1, 35-37). Έάν, •λοιπόν, μετά τόν Σεπτέμβριον ήρχισεν ή εγκυμοσύνη, της Ελισάβετ, καθώς έχει απόδειχθή, πρέπει νά μετρήσωμεν έξ μήνας-μετά τούτον. Εϊναι λοιπόν οί μήνες αυτοί- Όκτώβριος, Νοεμβριος, Δεκέμβριος, Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος. Μετά, λοιπόν, τόν έκτο τοϋτο μήνα ήρχησεν ή εγκυμοσύνη της Μαρίας. Επομένως αν μετρήσωμεν εννέα μήνας μετ' αυτόν θα φθασωμεν είς αυτόν τόν τωρινόν περί τοϋ οποίου όμιλοϋ- μεν. Ό πρώτος λοιπόν μήνας της συλλήψεως τοϋ Κυρίου εί- ναι ό Απρίλιος, πού αντιστοιχεί είς τόν Ξανθικόν, μετά τόν όποιον ακολουθούν οι Μάϊος, Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος, Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Ο Νοεμβριος, Δεκέμβριος ό μην είς τόν όποιον ευρισκόμεθα και έορτάζομεν τήν ήμέραν αυτήν. Διά νά γίνη περισσότερον σαφές αυτό τό οποίον λέγω, άφοϋ επανα- λάβω έν συντομία τά ίδια, θα εϊπω είς τήν άγάπην σας. Μίαν φοράν τό έτος μόνος είσήρχετο ό άρχιερεύς είς τά "Αγια τών άγιων. Και πότε έγίνετο τσϋτο; Κατά τόν μήνα Σεπτέμβριον. Τότε λοιπόν είσήλθεν είς τά "Αγια τών αγίων ό Ζαχαρίας- και τότε έπληροφορήίθη τήν χαρμόσυνον άγγελίαν της γεννή- σεως τοϋ Ιωάννου. Εξήλθε λοιπόν άπ' έκεϊ και ήρχισεν ή εγκυμοσύνη της γυναικός του. Μετά δε τόν Σεπτέμβριον, και όταν εύρίσκετο ή Ελισάβετ είς τόν έκτον μήνα, πού εί- ναι ό Μάρτιος, ήρχισεν ή εγκυμοσύνη τής Μαρίας. "Αν μετρήσωμεν λοιπόν άπό τοϋ Απριλίου εννέα μήνας θα φθα- σωμεν είς αυτόν περί τοϋ οποίου όμιλοϋμεν και κατά τόν όποιον έγεννήθη ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός.
6. Άλλ' ήδη σας κατέστησα γνωστά όλα τά σχετικά προς αυ- τήν τήν ήμέραν. 'Αφοϋ λοιπόν αναφέρω έν ακόμη, θα τελειώσω τήν όμιλίαν μου και θα παραχωρήσω τήν θέσιν μου είς τόν κοινόν οι δάσκαλσν διά τά σημαντικώτερα. Επειδή, λοιπόν, πολλοί είοωλολάτραι, όταν άκούουν ότι ό θεός έγεννήθη μέ άνθρωπίνην μορφήν μας περιγελούν και μας προσβάλλουν, και πολλούς τών απλοϊκών χριστιανών θορυβούν και ταράσ- σουν, είναι άπαραίτητον και είς εκείνους και είς τους άλ- λους πού ταράσσονται νά απευθυνθώ, ώστε ποτέ πλέον νά μή θορυβείσθε μεταπειθόμενοι ύπό άνοήτων ανθρώπων, μήτε και νά ταράσσεται κανείς άπό τάς ειρωνείας τών απίστων. Διότι και τά μικρά 363 παιδιά πολλάκις γελούν όταν ήμεϊς όμιλώμεν περί σοβαρών πραγμάτων και ασχολούμεθα με σο- βαρός υποθέσεις. Άλλ' ό γέλωτας δεν είναι άπόδειξις ότι εί- ναι γελοία αυτά πού περιγελά, άλλα άπόδειξις τής άνοη- σίας, αυτών που γελούν. Τοϋτο βεβαίως δυνάμεθα νά εϊπω- μεν και δια τους είοωλολάτρας, ότι δηλαδή, επειδή είναι πε- ρισσότερον ανόητοι τών παίδων, διασύρουν εκείνα διά τά ό- ποία πρέπει νά αίσθανώμεθα δεος και άπειρον σεβασμόν,
ενώ σέβονται και υποστηρίζουν τά αληθώς γελοία. Άλλ' ό- μως και έκ τών ιδικών μας, όσα εκείνοι περιγελούν, εξακο- λουθούν νά παραμένουν σεβαστά χωρίς είς τίποτε νά ζη- μιωθεί ή δόξα των έκ τής ειρωνείας των. Ενώ αντιθέτως τά Ιδικά των άπό παντου προφυλασσόμενα, επιδεικνύουν τήν ίδικήν των κατωτερότητα. Πράγματι πώς δεν είναι δείγμα άκρας παραφροσύνης τό νά νομίζουν αυτοί μέν, οί όποιοι εί- ναι επιρρεπείς είς τό νά εισάγουν τους θεούς των εϊς ξύλα και λίθους και μηδαμινά ξυλόγλυπτα εϊδωλα και τό νά τους εγκλείουν έτσι ωσάν εις φυλακήν, ότι τίποτε τό αίσχρόν ουτε κάμνουν ούτε λέγουν, ήμας δε νά κατηγορούν διότι λέ- γομεν ότι ό θεός κατεσκεύασε προς χάριν του ζωντανόν ναόν διά του αγίου Πνεύματος με τόν όποιον εύηργέτησε την οίκουμένην. Άλλ' είναι έγκλημα τούτο; Διότι αν είναι αίσχρόν να κατοικεί ό θεός εντός ανθρωπίνου σώματος, εί- ναι απείρως αισχρότερον να κατοική εντός λίθων και ξύλων τόσον δε αισχρότερον όσον άτιμότερον πράγμα είναι ό λίθος και τό ξύλον εν συγκρίσει προς τόν άνθρωπον, έκτος βεβαί- ως αν νομίζουν ότι ήμεϊς οί άνθρωποι είμεθα ευτελέστεροι τών άψυχων τούτων αντικειμένων. Διότι αυτοί τολμούν να κατεβάζουν την ούσίαν τού θεού εϊς γάτας και σκύλους, ενώ πολλοί αιρετικοί και είς ακόμη ευτελέστερα όντα. Η- μείς αντιθέτως δεν ύποστηρίζομεν τίποτε παρόμοιον, άλλ' ού- τε και άνεχόμεθα νά άκούωμεν. Τούτο μόνον όμολογοΰμεν, ότι ό Χριστός προσέλαβεν καθαράν και άγίαν σάρκα έκ παρ- θενικής μήτρας, άμόλυντον πάσης αμαρτίας και έπανέφερεν είς τήν πρωταρχικήν κατάστασιν τό δημιούργημα του. Άλλ' εκείνοι, και οί Μανιχαΐοι πού ασεβούν καθ' όμοιον τρόπον με αυτούς πιστεύουν ότι ό θεός κατοικεί είς σκύλους, πιθή- κους και ποικίλα ζώα (ύποστηρί'ζοντες ότι όλα αυτά έχουν ψυχήν, ώς άπόρριαν έκ της θεϊκής ουσίας),1 και δεν φο- βούνται ούτε έντρέπονται νά υποστηρίζουν δι' ήμας ταύτα, λέγοντες ότι έχομεν αντιλήψεις πού δεν αρμόζουν νά άνα φέρωνται είς τόν θεόν, διότι δεν άνεχόμεθα ούτε και νά σκε- φθούμε κάτι άπό αυτά. Ημείς όμως ύποστηρίζομεν αύτό πού έπρεπε και ήρμοζε είς τόν θεόν, ότι δηλαδή άφοΰ ήλθε κατά τόν τρόπον της γεννήσεως αυτής άπεκατέστησε τό δημιούρ- γημα του. Πές μου, λοιπόν, άνθρωπε, τί λέγεις; Ενώ διά- κηρύττεις ότι ή ψυχή τών φονέων και των μάγων προήλθεν έκ της ουσίας τού θεού, τολμάς νά μας κατακρίνης, επειδή; τίποτε έκ τούτων δεν άνεχόμεθα, ούτε ύποφέρομεν νά τό άκούωμεν νά λέγεται, άλλα και θεωρούμεν ασεβείς εκεί- νους, πού και απλώς τά αναφέρουν. Ημείς τούτο διάκηρύτ- τομεν, ότι ό θεός ανήγειρε οι' εαυτόν ναόν άμόλυντον και δι' αυτού είσήγαγεν εις τήν ζωήν μας τό πολίτευμα τών ουρανών. Και πώς Δεν θα άξιζε νά τιμωρηθήτε με απείρους θανάτους και διά τά εγκλήματα, πού μας κατηγορείτε και διά τάς ασεβείας πού συνεχίζετε νά διάπροττετε; Διότι εάν όπως διάτίνεσθε έσεϊς, εϊναι άνάρμοστον είς τόν θεόν νά κατοίκηση είς σώμα καθαρόν και άμόλυντον, είναι πολύ πιο άνάρμοστον νά ένοικήση είς τό σώμα τού μάγου, τού τυμβω- ρύχου, τού ληστού, τού πιθήκου και τού σκύλου, 364 και όχι «είς τό αγιον και άμίαντον, πού τώρα κάθηται δεξιά του θρόνου της μεγαλωσύνης τού Πατρός. Διότι ποία βλάβη θα: ήτο δυνατό νά γίνη είς τόν θεόν ή ποία προσβολή εξ αφορ- μής της οικονομίας ταύτης; Δεν βλέπετε αυτόν εδώ τόν ή- λιον του οποίου τό σώμα είναι φθαρτόν και μεταβλητόν άντι- κείμενον; "Εστω και αν απείρως κάνουν στενοχωρούμενοι οί είδωλολάτραι και οί Μανιχαΐοι με τό νά άκούουν ταύτα. "Οχι μόνον αυτός, άλλα και ή γη καϊ ή θαλασσα και γενι- κώς ολόκληρος ή ορατή φύσις υπόκειται είς τήν φθοράν.
Και άκουε τόν Παΰλον πού τό διάκηρύττει είς αυτά πού λέγει· «τη γάρ ματαιότητι ύπετάγη, ούχ έκοΰσα, άλλα διά τόν ύποτάξαντα έπ' έλπίδι» (Ρωμ, 8, 20). "Επειτα διά νά δήλωση τί σημαίνει ή υποταγή είς τήν ματαιότητα, προσέ- θεσε λέγων «"Οτι καί αυτή ή κτίσις έλευθερωθήσεται άπό της δουλείας της φθοράς είς τήν έλευθερίαν της δόξης τών τέκνων του θεού» (Ρωμ. 8, 21). "Ωστε τώρα ή φύσις είναι μεταβλητή καϊ φθαρτή. Διότι όταν λέγωμεν ότι εν άντικεί- μενον υπόκειται είς τήν φθοράν, τίποτε άλλο δεν έννοοΰ- μεν παρά ότι είναι φθαρτόν. 'Άν λοιπόν ό ήλιος, πού είναι φθαρτόν σώμα, ρίπτει παντου τάς ακτίνας του και ερχόμε- νος είς έπαφήν μέ βορβόρους, ακαθαρσίας και μέ πολλά άλ- λα τέτοια προγματα Δεν χάνει τίποτε άπό τήν καθαρότητα του, λόγω της επαφής του μέ τά σώματα αυτά, άλλα καϊ πά- λιν ανακαλεί τάς ακτίνας του· καθαρός, αφού μεταδώ- σει είς πολλά άπό τά αντικείμενα, τά οποία τόν έδε- χθησαν, άπό τήν λαμπρότητα του, χωρίς ό ίδιος νά προσλά- βη ούτε τό ελάχιστον άπό τήν δυσωοίαν καί τήν άκαθαρσίαν, πολύ περισσότερον ό ήλιος της δικαιοσύνης, ό Κύριος τών αοράτων δυνάμεων, όχι μόνον Δεν έμολύνθη μέ τό νά προσλάβη καθαράν σάρκα, άλλα καϊ αυτήν τήν ιδίαν τήν έ- καμε καθαρωτέραν και άγιωτέραν.
Γνωρίζοντες, λοιπόν, πάντα ταύτα και ένθυμούμενοι τους λόγους εκείνους" «Ένοικήοω εν αύτοϊς, καϊ έμπεριπα- τήσω» (Λευϊτ. 26, 12)· και επίσης· «Ύμεϊς ναός θεού έστε, καϊ τό Πνεύμα τού θεού ένοικεΐ έν ύμϊν» (Α' Κορ. 3, 16) ας άπαντώμεν και ήμεϊς είς εκείνους και ας κλείωμεν τά αναίσχυντα στόματα τών άσεβων, καϊ ας αίσθανώμεθα χαράν διά τά αγαθα μας, ας δοξάζωμεν τόν θεόν ό οποίος έσαρκώ- θη διά τήν τόσον μεγάλην συγκατάβασιν, καϊ ας αποδώσω- μεν είς αυτόν κατά τήν δύναμίν μας, τήν τιμήν και τήν άνταμοιβήν πού του αξίζει. Άλλ' ημείς ούδεμίαν δυνάμεθα νά απόδώσωμεν άνταμοιβήν είς τόν θεόν, παρά μόνον τήν
σωτηρία ν μας και την σωτηρίαν των ψυχών μας, και την φροντίδα μας διά την αρετήν.
7. "Ας μη γενώμεθα, λοιπόν, αγνώμονες εις τον εύεργέ- την μας, άλλ' ας του προσφέρωμεν ολοι, όλα τα κατά δύνα- μιν, δηλαδή πίστιν, ελπίδα, άγάπην, σωφροσύνην, έλεη- μοσύνην, φιλοξενίαν. Και αυτό είς το όποιον προηγουμένως σας προετρεψα, διά το όποιον και τώρα και πάντοτε Δεν θα παύσω να σας προτρέπω. Άλλα τί είναι αύτό;./Σκεπτόμενοι να προσέλθητε είς τήν φρικτήν και θείαν τράπεζαν και τήν ίεράν μυσταγωγίαν της θείας ευχαριστίας, κάμετε τούτο με φόβον καί τρόμον, με καθαράν συνείδησιν, νηστείαν και προ- σευχήν, χωρίς θορύβους και λακτισμούς και βιαίας ωθήσεις τών πλησίον. Διότι τούτο αποτελεί μεγάλην άπερισκεψίαν και ουδόλως τυχαίαν περιφρόνησιν. Διά τουτο και είς οσους συμπεριφέρονται έτσι 365 επέρχονται ποιναί και τιμω- ρίαι. Σκέψου, λοιπόν, άνθρωπε, ποίαν θυσίαν πρόκειται να προσέγγισης, εις ποϊον θυσιαστήριον πλησιάζεις και ένθυμή- σου ότι ενώ είσαι χώμα και στάχτη, μεταλαμβάνεις σώμα και αίμα του Χριστού. Και όταν μεν προσκαλήσθε είς δεϊπνον ύπό βασιλέως, συμμετέχετε μετά σεβασμού, λαμβάνοντες εκ τών παρατιθεμένων φαγητών κοσμίως και ήσύχως. Ενώ ο- ταν σας προσκαλεί ό θεός είς τήν τράπεζαν του και σας προσφέρει τον Υίόν του, τήν στιγμήν κατά τήν οποίαν αγ- γελικοί δυνάμεις παρίστανται μετά φόβου και τρόμου, τα Χερουβίμ "καλύπτουν τά πρόσωπα των και τά Σεραφίμ ψάλλουν έντρομα, "Αγιος, άγιος, άγιος, Κύριος· σύ, πές μου, φωνασκείς και προξενείς θόρυβον εμπρός είς 'ένα τέτοιο πνευματικόν δεϊπνον; Δεν γνωρίζεις ότι τήν στιγμήν έκεί- νην οφείλεις να γεμίσης τήν ψυχήν σου μέ γαλήνην; "Υπάρ- χει ανάγκη πολλής ησυχίας και ειρήνης όχι δε θυμοΰ και ταραχής. Διότι αυτά κάμνουν άκάθαρτον τήν ψυχήν πού προσέρχεται. Ποία συγγνώμη, λοιπόν, θα ήμποροΰσε νά ύ- παρξη δι' ήμας, έάν κατόπιν τόσων αμαρτημάτων μήτε τήν στιγμήν της προσελεύσεως δεν καθαριζόμεθα έκ τών παρα- λόγων εκείνων παθών; Και γενικώς τί πιό άναγκαιότεοον •άπό αυτά πού προτίθενται είς τήν άγίαν τράπεζαν; ή τί μας ενοχλεί, ώστε νά σπεύσωμεν, άφοΰ έγκαταλείψαμεν αυτό το πνευματικόν, νά τρέχωμεν έκεϊ; Μή, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, μή έπισύρωμεν εναντίον μας τήν όργήν του θεού. Είναι φάρμακον αωτήριον διά τά τραύματα μας αυτό πού ευρίσκεται ενώπιον μας, αστείρευτος πλούτος και πρό·- ξενος της βασιλείας τών ουρανών. "Ας προσέλθωμεν, λοι- πόν, μέ φόβον, και ας εύχαριστήσωμεν τον θεόν, ας προσπέ- σωμεν μέ συντριβή ν έξομολογούμενοι τάς αμαρτίας μας, ας
κλαύσωμεν μέ οδύνην δι' όλας τάς ανομίας μας και ας προ- σευχηθώμεν διά μακρών είς τον θεόν. 'Αφοΰ διά του τρόπου αύτου έξαγνισθοΰμεν και βεβαίως μετά της καταλλήλου προ- σοχής και τάξεως, άς προσέλθωμεν ως νά προσευχώμεθα ενώπιον του βασιλέως τών ουρανών. Και άφοΰ δεχθούμεν τήν άγνήν και άγίαν θείαν εύχαριστίαν, ας τήν άσπασθοΰμεν, ας τήν έναγκαλισθοΰν οί οφθαλμοί μας και ας άναθερμάνωμεν το λογικόν μας, είς τρόπον ώστε ή συγκέντρωοις νά μή από- βη είς καταδίκην και κατάκρισίν μας, άλλ' είς ψυχικήν γα- λήνην, είς άγάπην, είς άρετήν, είς συμφιλίωσιν μετά του θεοΰ, είς σταθεράν είρήνην και ύπόθεσιν απείρων αγαθών, διά νά έξαγιάσωμεν τους εαυτούς μας, άλλα και τους πλη- σίον μας νά ώφελήσωμεν.
Οι' αυτά συνεχώς ομιλώ και δεν θα παύσω νά ομιλώ. Διότι ποίον το όφελος, νά προστρέχετε ασκόπως εδώ και νά μή πληροφορήσθε κάτι το χρήσιμον; Ποϊον το κέρδος έάν διάρκώς όμιλώμεν περί ευχάριστων πραγμάτων; Σύντομος, αγαπητοί μου, είναι ή παρούσα ζωή, και ας προσέξωμεν, Ε ας έπαγρυπνήσωμεν και ας αύτοσυγκεντρωθώμεν επιδεικνύ- οντες προς πάντας το γνήσιον ενδιάφέρον μας, γενόμενοι ευσεβείς κατά πάντα. Και είτε είναι ανάγκη νά άκροἀσθε τά θεϊα λόγια, είτε νά προσεύχεσθε, είτε νά προσέρχεσθε είς τήν θείαν κοινωνίαν, είτε νά κάμνετε ό,τιδήποτε άλλο, ας γίνεται τούτο μέ φόβον και τρόμον θεοΰ, διά να μή προκα- λέσωμεν μέ τήν άδιάφορίαν μας τήν όργήν τού θεοΰ. Διότι λέγει" «Έπικατάρατος πάς ό ποιών το έργον του Κυρίου ά- μελώς» (Ίερεμ. 48, 10). Ό θόρυβος και ή οργή αποτελούν προσβολήν διά τήν θείαν 366 εύχαριστίαν. Και είναι μεγί- στη περιφρόνησις νά προσφέρης μολυσμένον τον εαυτόν σου είς τον θεόν. "Ακουσε τί λέγει διά τους ανθρώπους αύτου του είδους ό Άπόστολος' «Εϊ τις τον ναόν του θεοΰ φθείρει, φθερεϊ τούτον ό θεός» (Α' Κορ. 3, 17). Αντί, λοιπόν, νά έπιδιώκωμεν τήν συμφιλίωσιν μή έξοργίζομεν τον θεόν, άλλ' επιδεικνύοντες κάθε προσοχήν και σεμνότητα και ψυ- χικήν γαλήνην, ας προσερχώμεθα μέ προσευχήν και συντε- τριμμένην καρδίαν διά νά δυνηθώμεν διά του τρόπου αύτου νά έξιλεώσωμεν τόν Κύριον ημών Ίησοΰν Χριστόν, και νά απόκτήσωμεν τά ύποσχεθέντα είς ήμας αγαθα διά της χά- ριτος και της φιλανθρωπίας του ιδίου του Κυρίου ημών Ιη- σού Χριστού, μετά του οποίου είς τον Πατέρα και είς το "Α- γιον Πνεύμα ανήκει ή δοξολογία, ή δύναμις, ή τιμή τώρα και πάντοτε και είς τους αιώνας τών αιώνων. Αμήν.